Σελίδες

Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2023

Αυτός ο άνθρωπος με έσωσε, με έβγαλε από ψυχικό θάνατο… (αγ.Αρσένιος Μπόκα)

ΟΣΙΟΣ ΑΡΣΈΝΙΟΣ ΜΠΟΚΑ Ο ΡΟΥΜΑΝΟΣ:

Διηγείται ο ιερέας π. Κυπριανός Νεγρεάνου:
-Είχα πάει σε ένα μοναστήρι και περίμενα το λεωφορείο. Δίπλα μου ήταν και δύο σύζυγοι ηλικιωμένοι.
Κάποια στιγμή έβγαλα κάποια χαρτιά μου να ψάξω κάτι.
Μαζί είχα και μία φωτογραφία του πατρός Αρσενίου.
Η κυρία με ρώτησε αμέσως:
«Έχετε γνωρίσει τον πατέρα Αρσένιο;
Αγαπητέ μου, εγώ τον γνώρισα.
Αυτός ο άνθρωπος με έσωσε, με έβγαλε από ψυχικό θάνατο…
Είχα παθήσεις των ενδοκρινών αδένων.
Εδώ και χρόνια έμενα σε νοσοκομεία και οίκους ευγηρίας σε ολόκληρη την χώρα.
Στο τέλος μου είπαν να πάω σπίτι διότι σε 2-3 μήνες θα πεθάνω.
Μια νοσοκόμα, πρίν την έξοδο από το νοσοκομείο, μου είπε: «Ματαίως παίρνεις φάρμακα και ελπίζεις στους γιατρούς και νοσοκομεία.
Πήγαινε και προσευχήσου στον Θεό.
Άκουσα ότι υπάρχει ένας άνθρωπος του Θεού, Αρσένιος.
Πήγαινε και κάνε προσευχή, μήπως τον βρείς».
Aλλά εγώ δεν πίστευα στον Θεό, θεωρούσα την πίστη μια βλακεία.
Μένοντας σπίτι και βλέποντας κάθε μέρα ότι θα πεθάνω σιγά σιγά -είχα χάσει πάρα πολύ βάρος- άρχισε να σκέφτομαι με τρόμο τον θάνατο.
Ξαφνικά σκέφτηκα ότι είναι αδύνατο ο άνθρωπος να πεθάνει και απλά να εξαφανίζεται.
Πρέπει κάτι να γίνει μαζί του.
Άρχισα να σκέφτομαι την ψυχή, η ποία είναι αθάνατη, η οποία δεν μπορεί να δεχθεί τον θάνατο.
Έλεγα συνέχεια μέσα μου:
"Δεν γίνεται να μην υπάρχει Θεός. Δεν γίνεται να πεθάνω και να μην υπάρχω πλέον».
Τα έλεγα σχεδόν με απελπισία.
Άρχισα να προσεύχομαι με τα λόγια που ήξερα.
Θυμήθηκα το όνομα του πατρός Αρσενίου και προσευχόμουν:
«Ποιός είσαι, πάτερ Αρσένιε; Βοήθησέ με!»
Δεν ήξερα ούτε εάν ζει η έχει πεθάνει, ούτε πού είναι.
Και την νύχτα εκείνη είδα ένα όνειρο: «
Ονειρεύθηκα ένα πατέρα σε άσπρο ράσο που μου είπε:
"Γυναίκα, θα σηκωθείς το πρωί, θα ανεβείς στο τάδε τρένο -και είδε ακριβώς το τρένο- στο τάδε βαγόνι, θα κατεβείς στο τάδε σταθμό, θα πας στο σταθμό των λεωφορείων και θα πάρεις το τάδε λεωφορείο -και είδα το λεωφορείο με τον οδηγό του- θα κατεβείς στο τάδε σταθμό, θα πάρεις αυτόν τον δρόμο και θα με βρεις σ΄αυτή την εκκλησία».
Είδα στο όνειρο όλη την διαδρομή.
Και έκανα το ίδιο.
Το πρωί όμως ο άνδρας της είπε:
«Τι κάνεις; Τρελάθηκες; Άρρωστη οπως είσαι θέλεις να αλητεύεις, με τα όνειρά σου;»
Τελικά με άφησε:
«Εάν θέλεις να πεθάνεις, να πεθάνεις!»
Σε ένα σταθμό, ένας ζητιάνος παρακάλεσε θερμά τον οδηγό να τον πάρει χωρίς να πληρώσει.
Αλλά ο οδηγός του είπε: «Εάν δεν έχεις χρήματα, κάτω!»
Εγώ αν και ξόδεψα μια περιουσία για τα φάρμακα, είπα στον οδηγό:
«Άσε τον να ανεβεί διότι πληρώνω εγώ» και του έδωσα τα χρήματα για τα εισιτήρια.
Ο ζητιάνος ανέβηκε και μ' ευχαρίστησε.
Μετά από λίγο όμως παρατήρησα ότι ο ζητιάνος δεν ήταν πλέον στο λεωφορείο.
Όταν έφτασα στην εκκλησία είδα τον άνθρωπο από το όνειρο, τον πατέρα Αρσένιο, ακουμπώντας σ' ένα τοίχο της εκκλησίας.
Τον πλησίασα και μου είπε:
«Ε, βλέπεις ότι έφτασες, αφού το είχες πιστέψει;»
και έπαιζε στα δάκτυλα με το εισιτήριο του λεωφορείου που το έδωσα στον ζητιάνο.
Εγώ η καημένη γυναίκα έπεσα στα γόνατα.
Με πήρε μέσα, διάβασε μία ευχή και μου είπε ότι θα γίνω καλά, αλλά να αλλάξω την ζωή μου.
Και άλλαξα ριζικά το υπόλοιπο της ζωής που της χάρισε ο Θεός διά μέσω του πατρός Αρσενίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου