Η βυζαντινή ορθόδοξη αγιογραφία δεν είναι απλά μια "τέχνη", είναι ιερή τέχνη. Δεν είναι "ζωγραφική", είναι θεολογία. Δεν είναι "καλλιτεχνική έκφραση", είναι προσδοκία σωτηρίας. Δεν είναι "στολίδι", είναι συνάντηση με το θείο. Δεν είναι "φωτογραφία", είναι "εις Χριστόν παιδαγωγία". Δεν είναι "αντικείμενο", είναι ιερό σκεύος. Δεν είναι "υλική αξία", είναι υπέρβαση. Δεν είναι "συλλεκτικό είδος", είναι παρηγοριά, παραμυθία και ανάπαυση των Ορθοδόξων Χριστιανών κοντά στον Τριαδικό Θεό.
Χαρακτηριστικά της Βυζαντινής Αγιογραφίας
Ο χαρακτήρας της Ορθόδοξης αγιογραφίας είναι σεμνός, κατανυκτικός, με πνευματικό και όχι σωματικό κάλλος. Τα άγια πρόσωπα εικονίζονται "εν αφθαρσία", με πνευματική και σωματική ρωμαλεότητα, με ανδρείο και γενναίο φρόνημα, με ευθύτητα. Η εικόνα είναι η σκάλα που μας ανεβάζει στον Ουρανό, αλλά και κατεβάζει τον Ουρανό στη γη. Είναι ένα σημείο συναντήσεως κτιστού και ακτίστου, παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος, του "νυν" και "αεί".
Ιδιότητες της Βυζαντινής Αγιογραφίας
Η Βυζαντινή αγιογραφία:
1. Καταργεί το κοσμικό φως. Σε καμμία Ορθόδοξη εικόνα δεν αποδίδεται σκιά. Όλα ειναι φωτεινά και ευδιάκριτα, επειδή φωτίζονται από τον Ανέσπερο Ήλιο της Δικαιοσύνης, τον Χριστό.
Τα ψηφιδωτά, μέχρι την εικονομαχία, κυριαρχούσαν στην ιστόρηση των ιερών ναών, επειδή οι μικροσκοπικές ψηφίδες της χρωματισμένης υαλόμαζας, με την ανακύκλιση και αντανάκλαση του φωτός, αναδείκνυαν τα χρώματα λαμπερά και ζωηρά, δημιουργώντας μίαν υπερβατική ατμόσφαιρα.
Σταδιακά, όμως, αυξάνεται ή χρήση της φορητής εικόνας και της τοιχογραφίας, είτε με τη μορφή της υδατογραφίας είτε με τη μορφή της ξηρογραφίας. Η περίοδος της δυναστείας των Παλαιολόγων αυτοκρατόρων του Βυζαντίου (1261-1453) θεωρείται ό χρυσούς αιών της βυζαντινής αγιογραφίας. Την εποχή αυτή διαμορφώνονται δύο Σχολές-τεχνοτροπίες: ή Μακεδονική, πού κυριαρχεί μέχρι τα μέσα του 15ου αιώνος και ή Κρητική, πού ανθεί κατά τον 16° αιώνα.
Η Μακεδονική τεχνοτροπία χαρακτηρίζεται από έντονα χρώματα με πλατιά σαρκώματα και φωτίσματα. Τα σώματα διαγράφονται κάτω από τα ενδύματα. Ή πτυχολογία είναι πλούσια και διακοσμείται με θεαματική λεπτομέρεια, ενώ παρατηρούνται ένταση, κίνηση, ελευθερία, πλούσια χρώματα και έντονη έκφραση της ψυχολογικής καταστάσεως των εικονιζόμενων προσώπων. Κύριος εκφραστής αυτής της τεχνοτροπίας υπήρξε ό Μανουήλ Πανσέληνος, πού ανεδείχθη στο πρώτο ήμισυ του 14ου αιώνα.
Τέλη του 14ου αιώνα καλλιεργείται ή Κρητική τεχνοτροπία. Κύρια χαρακτηριστικά είναι οι σκοτεινότεροι προπλασμοί, κυρίως στα πρόσωπα, όπου χρησιμοποιείται, το καφέ και όχι το πράσινο χρώμα της μακεδονικής σχολής. Η τέχνη είναι απλή, λιτή, με μυστικό ασκητικό χαρακτήρα. Το φως είναι πλέον λιγοστό και μοιαζει να πηγάζει από κάποιο βάθος, στοιχείο που υποβάλλει στον θεατή αποφατισμό και βαθιά κατάνυξη. Κύριος εκπρόσωπος αυτής της τεχνοτροπίας είναι ο Θεοφάνης ό Κρής.
1. Καταργεί το κοσμικό φως. Σε καμμία Ορθόδοξη εικόνα δεν αποδίδεται σκιά. Όλα ειναι φωτεινά και ευδιάκριτα, επειδή φωτίζονται από τον Ανέσπερο Ήλιο της Δικαιοσύνης, τον Χριστό.
2. Καταργεί τον κοσμικό χώρο και χρόνο. Η εικόνα διατηρεί τα ιστορικά στοιχεία και πλαίσια αυτού που απεικονίζει, αλλά δε δεσμεύεται από αυτό. Ο Τριαδικός Θεός είναι άχρονος και αχώρητος. Ο χώρος και ο χρόνος είναι
ανθρώπινα μεγέθη. Έτσι, η ορθόδοξη αγιογραφία δε διστάζει να αποδεσμευτεί από τη φυσιοκρατική αντίληψη της κοσμικής τέχνης.
ανθρώπινα μεγέθη. Έτσι, η ορθόδοξη αγιογραφία δε διστάζει να αποδεσμευτεί από τη φυσιοκρατική αντίληψη της κοσμικής τέχνης.
3.Καταργεί την προοπτική. Δεν τηρείται η φυσική τάξη των πραγμάτων. Αυτή η αντίστροφη προοπτική, δηλώνει το μυστικό βάθος της εικόνας, που είναι το σωτηριώδες έργο του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού.
Σχολές της Βυζαντινής Αγιογραφίας
H βυζαντινή αγιογραφία περιλαμβάνει τη φορητή εικόνα, την τοιχογραφία, το ψηφιδωτό και τη μικρογραφία, πού κοσμεί χειρόγραφους κώδικες και βιβλία. Κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες χρησιμοποιήθηκαν κυρίως κηρόχυτες και εγκαυστικές φορητές εικόνες και ψηφιδωτά.
Σχολές της Βυζαντινής Αγιογραφίας
H βυζαντινή αγιογραφία περιλαμβάνει τη φορητή εικόνα, την τοιχογραφία, το ψηφιδωτό και τη μικρογραφία, πού κοσμεί χειρόγραφους κώδικες και βιβλία. Κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες χρησιμοποιήθηκαν κυρίως κηρόχυτες και εγκαυστικές φορητές εικόνες και ψηφιδωτά.
Τα ψηφιδωτά, μέχρι την εικονομαχία, κυριαρχούσαν στην ιστόρηση των ιερών ναών, επειδή οι μικροσκοπικές ψηφίδες της χρωματισμένης υαλόμαζας, με την ανακύκλιση και αντανάκλαση του φωτός, αναδείκνυαν τα χρώματα λαμπερά και ζωηρά, δημιουργώντας μίαν υπερβατική ατμόσφαιρα.
Σταδιακά, όμως, αυξάνεται ή χρήση της φορητής εικόνας και της τοιχογραφίας, είτε με τη μορφή της υδατογραφίας είτε με τη μορφή της ξηρογραφίας. Η περίοδος της δυναστείας των Παλαιολόγων αυτοκρατόρων του Βυζαντίου (1261-1453) θεωρείται ό χρυσούς αιών της βυζαντινής αγιογραφίας. Την εποχή αυτή διαμορφώνονται δύο Σχολές-τεχνοτροπίες: ή Μακεδονική, πού κυριαρχεί μέχρι τα μέσα του 15ου αιώνος και ή Κρητική, πού ανθεί κατά τον 16° αιώνα.
Η Μακεδονική τεχνοτροπία χαρακτηρίζεται από έντονα χρώματα με πλατιά σαρκώματα και φωτίσματα. Τα σώματα διαγράφονται κάτω από τα ενδύματα. Ή πτυχολογία είναι πλούσια και διακοσμείται με θεαματική λεπτομέρεια, ενώ παρατηρούνται ένταση, κίνηση, ελευθερία, πλούσια χρώματα και έντονη έκφραση της ψυχολογικής καταστάσεως των εικονιζόμενων προσώπων. Κύριος εκφραστής αυτής της τεχνοτροπίας υπήρξε ό Μανουήλ Πανσέληνος, πού ανεδείχθη στο πρώτο ήμισυ του 14ου αιώνα.
Τέλη του 14ου αιώνα καλλιεργείται ή Κρητική τεχνοτροπία. Κύρια χαρακτηριστικά είναι οι σκοτεινότεροι προπλασμοί, κυρίως στα πρόσωπα, όπου χρησιμοποιείται, το καφέ και όχι το πράσινο χρώμα της μακεδονικής σχολής. Η τέχνη είναι απλή, λιτή, με μυστικό ασκητικό χαρακτήρα. Το φως είναι πλέον λιγοστό και μοιαζει να πηγάζει από κάποιο βάθος, στοιχείο που υποβάλλει στον θεατή αποφατισμό και βαθιά κατάνυξη. Κύριος εκπρόσωπος αυτής της τεχνοτροπίας είναι ο Θεοφάνης ό Κρής.
IC XC
"Εγώ πατήρ, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος. Παν όπερ αν θέλης εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστής. Εγώ δουλεύσω. Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ. Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σε και αλήτης δια σε, επί σταυρού δια σε, επί τάφου δια σε, άνω υπέρ σού εντυγχάνω τω Πατρί. Κάτω υπέρ σού πρεσβευτής Παραγέγονα παρά του Πατρός. Πάντα μοι συ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος. Τι πλέον θέλεις; τί τόν φιλοῦντα ἀποστρέφῃ; τί τῷ κόσμῳ κάμνεις; τί εἰς πίθον ἀντλεῖς τετρημένον; Τοῦτο γάρ ἐστιν εἰς τὸν παρόντα βίον πονεῖσθαι. Τί εἰς πῦρ ξαίνεις; τί τῷ ἀέρι πυκτεύεις;"
(Αγ. Ιωάν. Χρυσόστομος)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου