Τρίτη 28 Απριλίου 2020

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ' ΝΗΣΤΕΙΩΝ ΣΤΑΥΡΟΠΡΟΣΚΥΝΗΣΕΩΣ


Αγίου Νικολάου Aχρίδος
  
Είναι μεγάλη η δύναμη της Αληθείας και τίποτα στον κόσμο δεν μπορεί να της αντισταθεί. Είναι μεγάλη η ιαματική δύναμη της Αληθείας και δεν υπάρχει καμία αδυναμία και κανένα πάθος στο κόσμο το οποίο δεν μπο­ρεί να θεραπεύσει η Αλήθεια.
Μέσα στο βάσανα και τις αδυναμίες τους οι άρρω­στοι αποζητούν ένα γιατρό που θα τους δώσει το φάρμα­κο κατά του πόνου και της θλίψης. Κανένας δεν αναζη­τά γιατρό που να δίνει τα πιο ευχάριστα στη γεύση φάρ­μακα αλλά εκείνον που ξέρει το αποτελεσματικό φάρμα­κο, δίχως να νοιαστεί για το αν το φάρμακο εκείνο είναι γλυκό, πικρό ή και άγευστο. Και όσο πιο πικρό είναι το φάρμακο που θα συστήσει ο  γιατρός στον ασθενή, όσο πιο βαριά η θεραπεία που θα προτείνει, φαίνεται ότι τό­τε οι ασθενείς έχουν περισσότερη εμπιστοσύνη σε έναν τέτοιο γιατρό.
Γιατί λοιπόν οι άνθρωποι, μονάχα από το χέρι του Θεού δεν θέλουν να αποδεχτούν ένα τέτοιο φάρμακο; Γιατί ζητούν και προσμένουν από τα χέρια του Θεού μο­νάχα γλυκίσματα; Είναι Επειδή δεν έχουν συναίσθηση της σοβαρότητος
της ασθενείας της αμαρτίας και νομί­ζουν πώς μόνο με τα γλυκίσματα θα γίνουν καλά.

Ώ, αν οι άνθρωποι αναρωτιόταν; γιατί όλα τα φάρ­μακα των σωματικών ασθενειών είναι τόσο πικρά; Τότε το Πνεύμα το Άγιο θα τους απαντούσε: ακριβώς για να αποτελούν εικόνα και πρότυπο της πικρίας των φαρμά­κων του πνεύματος. Γιατί όπως ακριβώς οι σωματικές αρρώστιες είναι εικόνες και πρότυπα των πνευματικών ασθενειών, έτσι και τα σωματικά φάρμακα είναι εικόνες και πρότυπα των πνευματικών φαρμάκων.
Μήπως δεν είναι οι ασθένειες του πνεύματος -αυτές οι κύριες και πανάρχαιες ασθένειες- πολύ πιο βαριές α­πό τις ασθένειες του σώματος; Πώς λοιπόν τότε, τα φάρ­μακα του πνεύματος να μην είναι πιο πικρά από τα φάρ­μακα για το σώμα;
Επιμελείς και μάλιστα πολυμέριμνοι είναι οι άνθρω­ποι για το σώμα τους. Και όταν το σώμα ασθενεί δεν λυ­πούνται μήτε τον κόπο, μήτε τον χρόνο, μήτε τον πλούτο φτάνει μονάχα να επαναφέρουν την υγεία στο σώμα. Τότε, κανένας γιατρός δεν τους φαίνεται ακριβός, κανέ­να ιαματικό λουτρό δεν μοιάζει μακρινό, κανένα φάρμα­κο πικρό. Ιδιαίτερα δε όταν τους ανακοινωθεί ότι ο σω­ματικός θάνατος εγγίζει. Ώ, αν οι άνθρωποι ήταν τόσο προσεκτικοί και πολυμέριμνοι για τη ψυχή τους! Αν με τέτοιο ζήλο αποζητούσαν φάρμακο και γιατρό για τη ψυχή τους!
Είναι δύσκολο για τον ξυπόλυτο να πατήσει επάνω στ' αγκάθια. Μα αν ο ξυπόλυτος εκείνος πεθαίνει από τη δίψα και στην αντίπερα πλευρά υπάρχει η πηγή με το νερό, δεν θα αποφασίσει μία ώρα ενωρίτερα να περπατή­σει στ' αγκάθια, να καταματωθεί και καταπληγωθεί για να φτάσει γρήγορα στο νερό παρά να πεθάνει από τη δί­ψα πάνω στο απαλό χορτάρι μπροστά στα αγκάθια;
Είναι αδύνατο να πάρουμε ένα τόσο πικρό φάρμακο, λένε πολλοί εξασθενημένοι από την αμαρτία. Γι' αυτό, πρώτος ο φιλάνθρωπος Ιατρός των ανθρώπων πήρε το πικρό φάρμακο, το πιο πικρό δηλητήριο, μολονότι υγι­ής ο Ίδιος, μόνο και μόνο για να δείξει στους ασθενείς ότι αυτό δεν είναι αδύνατον. Ω, πόσο δύσκολο είναι για κάποιον υγιή να πάρει και να καταπιεί το φάρμακο του αρρώστου αντί του ιδίου του ασθενούς! Εκείνος όμως το έλαβε για να το λάβουν και εκείνοι που είναι θανάσιμα ασθενείς.

-Αδύνατον είναι για μας τους ξυπόλυτους να δια­σχίσουμε το χωράφι με τα τριβόλια, όσο και αν είμαστε διψασμένοι, όσο και αν είναι το νερό της πηγής γάργα­ρο και δροσερό στην αντίπερα πλευρά!, λένε και πάλι οι εξασθενημένοι από την αμαρτία. Γι' αυτό τον λόγο ο φιλάνθρωπος Κύριος, περπάτησε μόνος του και ξυπόλυ­τος το χωράφι με τα αγκάθια και τώρα κράζει από την α­πέναντι πλευρά και καλεί τους διψώντες προς την πηγή του ζώντος ύδατος. Δυνατόν είναι! Μας φωνάζει Εκεί­νος, Εγώ πέρασα μέσα από τα πιο μυτερά αγκάθια και τα τσάκισα με τις πατούσες μου: περάστε λοιπόν!

-Αν ο σταυρός είναι το φάρμακο, τότε μας είναι α­δύνατο να πάρουμε τέτοιο φάρμακο! Και αν ο σταυρός είναι η οδός, τότε αδύνατον μας είναι να βαδίσουμε τού­τη την οδό! Έτσι λένε οι άρρωστοι από την αμαρτία. Γι' αυτό ο φιλάνθρωπος Κύριος ανέλαβε τον βαρύτερο σταυρό επάνω Του για να μας δείξει ότι αυτό είναι κάτι το μπορετό.
Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή ο Κύριος προτάσσει τον σταυρό, αυτό το πικρό φάρμακο, στον καθέ­να που επιθυμεί να γλιτώσει από το θάνατο.
Είπε ο Κύριος; όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι (Μρ. 8,34). Δεν βάζει ο Κύριος τους αν­θρώπους μπροστά Του και τους ωθεί στο σταυρό αλλά τους προσκαλεί να ακολουθούν Αυτόν, τον Σταυροφόρο. Επειδή, πριν ακόμη κάνει τούτη την πρόσκληση είχε ή­δη προειπεί το μαρτύριο Του λέγοντας, ότι δει τον υιόν τον ανθρώπου αποδοκιμασθήναι από των πρεσβυτέρων και των αρχιερέων και των γραμματέων και αποκτανθήναι και μετά τρεις ημέρας αναστήναι (Μρ. 8,31). Γι' αυ­τό ακριβώς και ήρθε στο κόσμο, για να γίνει η Οδός. Ήρθε για να γίνει ο πρώτος στις θλίψεις μα και ο πρώ­τος στη δόξα, να δείξει πώς είναι δυνατό και να καταστήσει δυνατό καθετί το οποίο οι άνθρωποι θεωρούσαν ως αδύνατον.
Δεν ωθεί τους ανθρώπους μήτε και τους βιάζει παρά προτείνει και συνιστά: όστις θέλει! Οι άνθρωποι μέσα α­πό την ελεύθερη θέληση τους έπεσαν στην ασθένεια της αμαρτίας και κατά την ελεύθερη βούληση τους πάλι, πρέπει να θεραπευτούν και να γειάνουν από αυτήν. Δεν κρύβει ότι το φάρμακο αυτό είναι πικρό, πολύ πικρό αλ­λά διευκολύνει τους ανθρώπους να το πάρουν με το να το λαμβάνει πρώτος Εκείνος, μολονότι υγιής, για να δείξει την θαυμαστή του επίδραση.
Απαρνησάσθω εαυτόν. Και ο πρώτος άνθρωπος ο Αδάμ, απαρνήθηκε τον εαυτό του όταν έπεσε στην αμαρ­τία, αρνούμενος όμως τον αληθινό και ορθό εαυτό του. Ζητώντας τώρα ο Κύριος από τους ανθρώπους να αρνη­θούν τον εαυτό τους; τους ζητά να απαρνηθούν το ψεύτι­κο είναι τους. Με πιο απλά λόγια: ο Αδάμ απαρνήθηκε την Αλήθεια και προσκολλήθηκε στο ψευδός. Τώρα ο Κύριος ζητά από τους απογόνους του 'Αδάμ να αρνη­θούν το ψεύδος και να προσκολληθούν και πάλι στην Α­λήθεια από την οποία εξέπεσαν.
Έτσι λοιπόν, άρνηση του εαυτού σου σημαίνει άρ­νηση της αμαρτωλής μη ύπαρξης, η οποία κατέλαβε τη θέση της όντως ύπαρξης που προέρχεται από το Θεό. Σημαίνει να απαρνηθείς τη χοϊκότητα που κατεπλάκωσε την πνευματικότητα και το πάθος που κατεπλάκωσε την αγαθοεργία. Τον δουλικό φόβο που αμαύρωσε την εικόνα του Υιού του Θεού μέσα σου και την ανταρσία κατά του Θεού η οποία απονέκρωσε το πνεύμα της υποταγής στο Θεό. Να αρνηθείς τους κακούς λογισμούς, τις κακές επιθυμίες και τα κακά έργα. Να αρνηθείς την ειδωλολα­τρική τιμή που αποδίδεις στη φύση και στο σώμα σου και με ένα λόγο, να αρνηθείς όλα εκείνα τα οποία θεω­ρείς ως εγώ, ενώ στη πραγματικότητα δεν είναι το εγώ σου αλλά ο διάβολος και η αμαρτία, η φθορά και η απά­τη, ο θάνατος. Αλίμονο, απαρνήσου τις κακές συνήθειες οι οποίες σου έχουν γίνει δευτέρα φύσις. Απαρνήσου αυτή τη δεύτερη φύση γιατί δεν είναι η φύση που ο Θε­ός έπλασε παρά μία στοίβα από διεστραμμένες απάτες και αυταπάτες μέσα σου, το προσωποποιημένο ψεύδος το οποίο πορεύεται με το όνομα σου και συ με το δικό του.

Τι σημαίνει να σηκώσεις το σταυρό σου; Αυτό θα πει να λαμβάνεις οικειοθελώς από το χέρι της Θείας Πρόνοιας κάθε ιαματική πικρία που σου προσφέρεται. Συμβαίνουν καταστροφές μεγάλες; Μείνε υποτασσόμενος στη βουλή του Θεού καθώς ο Νώε.
Σου ζητείται αυτοθυσία; Πρόσφερε την με τέτοια πί­στη στο Θεό καθώς και ο Αβραάμ ήθελε να προσφέρει ως θυσία τον υιό του.
Χάνεται η περιουσία, πεθαίνουν αιφνιδίως τα τέκνα σου και σε ζώνει αρρώστια βαριά; Υπόφερε τα πάντα με καρτερία και μην απομακρύνεις την καρδιά σου από το Θεό καθώς και ο Ιώβ το ίδιο έκανε.

Σε εγκατέλειψαν οι φίλοι και σε περιεκύκλωσαν ό­λοι οι εχθροί; Φέρε τα όλα δίχως γογγυσμό αλλά με την ελπίδα της επικείμενης βοήθειας του Θεού καθώς το έ­πρατταν και οι Απόστολοι.
Σε οδηγούν στην απώλεια χάριν του Χριστού; Να ευγνωμονείς το Θεό για μία τέτοιαν τιμή, παρόμοια με κείνη των χιλιάδων χριστιανών μαρτύρων, ανδρών και γυναικών.
Δεν σου ζητούν να κανείς κάτι το οποίο κανείς πριν από εσένα δεν έχει κάνει, αλλά να ακολουθήσεις πολλά παραδείγματα άλλων οι οποίοι εξεπλήρωσαν το θέλημα του Χριστού: Αποστόλων, Οσίων, Ομολογητών και Μαρτύρων. Πρέπει ακόμα να γνωρίζεις ότι, ζητώντας ο Κύριος να σταυρωθούμε επί του σταυρού, ζητά τη σταύ­ρωση του παλαιού μονάχα ανθρώπου, εκείνου δηλαδή που συνίσταται από τις κακές συνήθειες και την υπηρε­σία στην αμαρτία. Γιατί με την σταύρωση αυτή νεκρώ­νεται μέσα μας ο παλαιός εκείνος και σκοτόμορφος άνθρωπος και ζωοποιείται ο νέος, ο θεοειδής και αθάνατος. Όπως το περιγράφει και ο Απόστολος: ο πα­λαιός ημών άνθρωπος συνεσταυρώθη ίνα καταργηθώ το σώμα της αμαρτίας, του μηκέτι δουλεύειν ημάς τη αμαρ­τία (Ρμ. 6,6).

Ο σταυρός είναι βαρύς για τον παλαιό, τον σαρκικό άνθρωπο, βαρύς για το σώμα συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις (Γαλ. 5,24) μα δεν είναι βαρύς για τον άνθρω­πο του πνεύματος. Ο σταυρός, τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστί, τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού εστί (Α' Κορ. 1,18). Γι' αυτό και εμείς καυχώμαστε εν τω σταυρώ του Χριστού και καυχώμαστε με το δικό μας σταυρό ένεκεν του Χριστού.
Ο Κύριος δε ζητά από εμάς να σηκώσουμε τον δικό Του Σταυρό αλλά τον δικό μας. Ο δικός Του Σταυρός εί­ναι ασήκωτος επειδή Εκείνος δεν καρφώθηκε στο Σταυ­ρό εξαιτίας των ιδίων Του αμαρτιών αλλά των δικών μας. Γι' αυτό και ο Σταυρός Του είναι ο βαρύτερος όλων. Εμείς όμως σταυρωνόμαστε εξαιτίας των ίδιων α­μαρτιών και για τούτο ο σταυρός μας είναι ο ελαφρύτε­ρος. Και όταν ακόμη πάσχουμε τα μέγιστα, δεν πρέπει να λέμε ότι υποφέρουμε πολύ και πέρα από τα όρια. Ζει ο Κύριος, γνωρίζει το μέγεθος των παθημάτων μας και δεν επιτρέπει να υποφέρουμε πέρα από αυτό που μπορού­με.
Το μέτρο των παθημάτων μας δεν έχει υπολογιστεί και μετρηθεί λιγότερο απ' ότι το μέτρο μεταξύ μέρας και νύχτας ή της απόστασης από άστρο σε άστρο. Όσο αυξάνουν τα παθήματα μας, όσο βαραίνει ο σταυρός μας, τόσο αυξάνει και η δύναμη του Θεού καθώς το λέει και ο Απόστολος: ότι καθώς περισσεύει τα παθήματα του Χριστού εις ημάς, ούτω διά Χριστού περισσεύει και η παράκλησις ημών (Β'Κορ. 1,5).

Πρώτ' απ' όλα, είναι μεγάλη παρηγοριά για μας το ότι ο Κύριος μας προσκαλεί να Τον ακολουθήσουμε. Και ακολουθείτω μοι! Λέει ο Κύριος. Γιατί καλεί με τέ­τοιο τρόπο εκείνους που θα αναλάβουν το σταυρό τους; Πρώτον, για να μην πέσουν και συντρίβουν κάτω από το βάρος του σταυρού τους. Είναι τόσο αξιοθρήνητη η αδυ­ναμία του ανθρωπίνου όντος ώστε και ο πιο ελαφρύς σταυρός γίνεται για τον πιο δυνατό άνθρωπο αβάστα­χτος, εφόσον τον σηκώνει δίχως την εξ ουρανού βοή­θεια. Κοιτάξτε τους απογοητευμένους, πόσο άπιστοι γί­νονται στο παραμικρό χτύπημα! Πώς εξανίστανται ενα­ντίον γης και ουρανού ακόμα και στο τρύπημα της βελό­νας! Πώς στριφογυρίζουν δεξιά και αριστερά αναζητώ­ντας ένα έρεισμα και μία προστασία μέσα στο κενό αυτού του κόσμου, μολονότι ξέρουν πώς ο κόσμος δεν εί­ναι σε θέσει να τους παράσχει στήριγμα και προστασία, πώς είναι και ο ίδιος ένα απαισιόδοξο κενό!
Γι' αυτό ο Κύριος μας καλεί να Τον ακολουθήσου­με. Επειδή, μόνον ξωπίσω του βαδίζοντας θα μπορέσου­με να βαστάξουμε κάτω από το βάρος του σταυρού μας. Σ' Εκείνον θα βρούμε δύναμη, θάρρος και παρηγοριά.

Εκείνος θα είναι το φως μας στο σκοτεινό μονοπάτι, η υγεία στην ασθένεια, ο φίλος στη μοναξιά, η χαρά στο βάσανα και ο πλούτος στη φτώχεια. Όταν κάποιος α­σθενεί σωματικώς, αφήνουμε το φως αναμμένο ολόκληρη τη νύχτα. Έτσι και στο σκοτάδι αυτής της ζωής, μας εί­ναι απαραίτητο το άσβεστο φως του Χριστού που θα ε­λαφρύνει τους πόνους και θα διατηρήσει την ελπίδα μας μέχρι την ανατολή της ημέρας.
Η δεύτερη αίτια για την οποία ζητά ο Κύριος να Τον ακολουθήσουμε είναι το ίδιο σημαντική με την πρώτη και σχετίζεται με το σκοπό της οικειοθελούς αυ­ταπάρνησης και της ανάληψης του σταυρού. Πολλοί εί­ναι εκείνοι που φαινομενικά απαρνήθηκαν τον εαυτό τους για να αναδειχτούν όμως ακόμα περισσότερο σε τούτο τον κόσμο. Πολλοί φορτώθηκαν επάνω τους ανα­ρίθμητα πάθη και βάσανα μόνο και μόνο για να τους θαυμάζουν οι άνθρωποι και να τους δοξάζουν. Πολλοί είναι εκείνοι που το έπραξαν αυτό μα και σήμερα το πράττουν, κυρίως στους ειδωλολάτρες λαούς, για να α­ποκτήσουν έτσι μέσα τους κάποια θελκτική και μαγική δύναμη και μέσω αυτής να μπορούν να εξουσιάζουν αν­θρώπους, να βλάπτουν κάποιους και να ωφελούν άλ­λους, όλα τούτα εξαιτίας της φιλοδοξίας και του συμφέ­ροντος.
Τέτοια απάρνηση δεν είναι αυταπάρνηση παρά αυτοέπαρση και ένας τέτοιος σταυρός δεν οδηγεί στην ανάσταση και τη σωτηρία αλλά στη πλήρη απώλεια και πα­ράδοση στο χέρια του διαβόλου.
Οποίος ακολουθεί το Χριστό φέροντας το σταυρό του, είναι ελεύθερος από κάθε φθόνο, κάθε αυτοέπαρση εναντίον των άλλων ανθρώπων και από κάθε επιθυμία για κοσμική δόξα και όφελος. Όπως ακριβώς ένας ασθε­νής παίρνει το πικρό φάρμακο ο χι για να δείξει ο τι αυτός καταφέρνει να .καταπιεί ένα τέτοιο πικρό φαρμάκι παρά για να γίνει καλά, έτσι και ο  αληθινός χριστιανός αρνείται τον εαυτό του, αποστρέφεται δηλαδή το αρρωστημένο είναι του. Αναλαμβάνει τον σταυρό του σαν ε-να πικρό μα σωτήριο φάρμακο και ακολουθεί το Χρι­στό, τον Ιατρό και Σωτήρα του ο χι για να τον επαινούν και δοξάζουν οι άνθρωποι αλλά για να σώσει την ψυχή του από την θανατηφόρο μανία της ζωής αυτής και το πλήρες σκωλήκων πυρ της άλλης.

Ος γάρ αν θέλη την ψυχή ν αυτού σώσαι, απωλέσει αυτήν' ος δ' αν απωλέσει την εαυτού ψυχήν ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν. Ιδού, λόγοι κοφτεροί και αδυσώπητοι! Ιδού το πυρ που θα κατακαύσει τον παλαιό άνθρωπο μέχρι τη ρίζα και μαζί με τη ρίζα! ο  Κύριος και Χριστός δεν ήρθε μονάχα για να διορθώ­σει τον κόσμο αλλά και για να τον ανασκευάσει και να τον αναγεννήσει: να πετάξει στη φωτιά τα παλιοσίδερα και να τον κάνει ολοκαίνουριο. Δεν είναι επισκευαστής αλλά Κτίστης, ο χι μπαλωματής αλλά υφαντής,
Αυτός που θέλει να διατηρήσει ένα γέρικο και σαρακοφαγωμένο δέντρο θα το χάσει. Μπορεί εξωτερικά να κοπιάζει ο σο θέλει - να το ποτίζει, να το κλαδεύει, να το περιφράξει, να το προστατεύει - μα τα σκουλήκια θα το καταφάγουν εσωτερικά και το δέντρο θα σαπίσει αναπό­φευκτα και θα καταρρεύσει. Αυτός που θα κόψει ένα σαρακοφαγωμένο δέντρο και μαζί με το σκουλήκι το. πετά­ξει στη φωτιά και αφοσιωθεί στο νεαρά βλαστάρια προ­φυλάσσοντας τα από το σαράκι, θα έχει σώσει ολόκλη­ρο το δέντρο.
Οποίος θελήσει να διαφυλάξει την παλαιά και αδαμιαία ψυχή του, την καταφαγωμένη και αποσαθρωμένη α­πό την αμαρτία, θα την χάσει επειδή μία τέτοιαν ψυχή ο  Θεός δεν θα δεχτεί να παρουσιαστεί μπροστά Του και ο ­σοι δεν δούνε πρόσωπο Θεού θα είναι σαν να μην υπήρ­ξαν ποτέ. Εκείνος πάλι, που θα απολέσει τούτη την πα­λαιά του ψυχή, εκείνος θα την σώσει αναγεννημένη από το Πνεύμα το Άγιο (Ιω. 3,6) και μνηστευμένη με τον Χρι­στό.

Η ψυχή είναι εκείνη που αποτελεί ακριβώς την ζωή μας, γι' αυτό και σε κάποιες μεταφράσεις της Αγίας Γρα­φής λέγεται: οποίος θέλει να σώσει την ζωή του και οποίος χάσει τη ζωή του για χάρη μου, εκείνος θα τη σώ­σει. Η ερμηνεία και στις δύο περιπτώσεις είναι ταυτόσημη. Επειδή, εκείνος που με κάθε τρόπο θέλει να διασώ­σει τη θνητή του ζωή, θα χάσει και τις δύο ζωές: την θνητή μα και την αθάνατη. Την θνητή επειδή, όσο και αν επιτύχει να παρατείνει τον επίγειο βίο του, θα πρέπει να τον χάσει τελικά με το θάνατο καθώς την αθάνατη ε­πειδή δε μερίμνησε και έπαθε γι' αυτή. Οποίος πάλι, α­γωνίζεται να αποκτήσει την αθάνατη ζωή διά του Χριστού, αυτός θα την κερδίσει και θα την φυλάξει αιώνια μολονότι θα χάσει ετούτο τον εφήμερο και θνητό βίο.
Αυτή την εφήμερη και θνητή ζωή μπορεί ο  άνθρωπος να την απολέσει χάριν του Χριστού και του Ευαγγε­λίου ή όταν σε κατάλληλη περίσταση θυσιάζεται και πε­θαίνει μαρτυρικώς για το Χριστό και το άγιο Ευαγγέλιο Του, είτε πάλι οταν περιφρονήσει ως αμαρτωλή και ανάξια τούτη τη ζωή και δοθεί με ολη του τη καρδιά, τη ψυ­χή και την ισχύ του στο Χριστό, μπαίνοντας στην υπη­ρεσία Του και δίνοντας Του τα πάντα και ελπίζοντας σε Κείνον για ολα.
Μπορεί κάποιος να χάσει τη ψυχή του, δηλαδή τη ζωή του, είτε αυτοκτονώντας, είτε αυτοθυσιαζόμενος για κάτι το άδικο, σε διαμάχη ή σε διαπληκτισμό. Για τέτοιον άνθρωπο δεν υπάρχει η υπόσχεση ο τι θα σώσει την ψυχή, δηλαδή τη ζωή του. Επειδή είναι γραμμένο: ένεκεν εμού και του ευαγγελίου. Μονάχα ο  Χριστός και το Ευαγγέλιο Του είναι ασύγκριτα ανώτερα από την ψυ­χή μας. Αυτή είναι ο  μεγαλύτερος θησαυρός στο χρόνο και στην αιωνιότητα και κανένας άνθρωπος δεν πρέπει να διστάσει να θυσιάσει τα πάντα χάριν αυτού του αναλλοίωτου αγαθού.
Γιατί ομως ο  Κύριος συμπληρώνει: και του Ευαγγε­λίου; Δεν είναι αρκετό να πει μονάχα ένεκεν εμού; ο χι, δεν είναι αρκετό. Λέει ο  Κύριος: ένεκεν εμού και του Ευαγγελίου, για να διευρύνει τα αίτια της θανάτωσης του εαυτού μας και της ζωοποίησης εν τω Θεώ και συνάμα να αυξήσει και τον αριθμό αυτών που πρόκειται να σωθούν.
Σώζεται λοιπόν εκείνος που θα απολέσει τη ζωή του χάριν του ζώντος και αθανάτου Χριστού. Μα σώζεται και εκείνος που θα χάσει τη ζωή του χάριν του έργου του Χριστού εν τω κόσμω και της αγίας διδαχής Του. Τέλος, σώζεται και αυτός που θα χάσει τη ζωή του χά­ριν μιας και μόνο εντολής του Χριστού ή και ενός λό­γου Του. ο  Κύριος είναι ο  θεσμοθέτης της ζωής και οποίος θυσιάζεται για τον θεσμοθέτη, θυσιάζεται και για τον θεσμό Του. ομοια και το αντίστροφο: οποίος θυσιά­ζεται για τον θεσμό Του, θυσιάζεται για τον Ίδιο. Ταυτί­ζοντας τον Εαυτό Του με το έργο Του και την διδαχή Του, ο Κύριος διευρύνει την δυνατότητα της σωτηρίας των πολλών.
Τι γάρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήσει τον κόσμον όλον, και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού; Οι λόγοι αυτοί είναι αρκετά διαφωτιστικοί για τα ο σα είπαμε παραπάνω. Φαί­νεται από αυτούς ο τι ο  Κύριος εκτιμά την ανθρώπινη ψυχή περισσότερο από τον κόσμο ολόκληρο. Φαίνεται επίσης και το τι είδους ψυχή θα πρέπει ο άνθρωπος να απολέσει για να σώσει τη ψυχή του: ψυχή τραυματισμέ­νη, βυθισμένη στο κόσμο, βεβαρυμμένη από τον κόσμο και αιχμαλωτισμένη από αυτόν. Μόλις ο  άνθρωπος απο­λέσει μία τέτοιαν κατ' ευφημισμόν ψυχή, τότε θα έχει σώσει την πραγματική του ψυχή. Μόλις απορρίψει τον ψεύτικο βίο, τότε θα αποκτήσει την αληθινή του ζωή.
Τι ωφελεί το να αποκτήσει κάποιος τον κόσμον ολό­κληρο αφού ο  κόσμος είναι προορισμένος να καταστρα­φεί και να ζημιώσει τη ψυχή του η οποία προορίζεται για την αθανασία; ολα βαίνουν προς το τέλος τους και τελικά θα αποβληθούν οπως το ξεμαλλιασμένο και μα­δημένο πανωφόρι. Οι αληθινές και Χριστόφιλες ψυχές

θα πετάξουν τότε στο βασίλειο της αθανάτου νεότητος. Το τέλος του κόσμου είναι η απαρχή της καινής βιοτής για τις ψυχές. Ποιο είναι λοιπόν για τον άνθρωπο το όφελος από τον κόσμον ολόκληρο αφού σύντομα θα πρέ­πει να τον αποχωριστεί και μάλιστα όταν και ο κόσμος ο  ίδιος, σε μία όχι μακρινή χρονική στιγμή, θα αποχω­ριστεί από την ύπαρξη και θα εξαφανιστεί σαν ένα όνειρο που το είδαμε και τελείωσε; Σε τι θα του είναι χρήσι­μος ένας ανήμπορος νεκρός; Και τι αντάλλαγμα θα δώ­σει για την ψυχή του;
Ακόμη και αν ολόκληρος ο  κόσμος ανήκε στον άν­θρωπο, πάλι ο  Θεός δεν θα προτιμούσε τον κόσμο από τη ψυχή. Μα και ο κόσμος δεν ανήκει στον άνθρωπο αλ­λά στο Θεό. Ο Θεός τον έκτισε και τον έδωσε στον άν­θρωπο για να τον χρησιμοποιεί προσωρινά χάριν ενός υψηλοτέρου αγαθού, ανωτέρου και πολυτιμότερου από τον κόσμο. Το σημαντικότερο δώρο που ο Θεός χάρισε στον άνθρωπο είναι η θεοειδής ψυχή. Αυτό το σημαντι­κό δώρο θα ζητήσει πάλι πίσω ο  Θεός στον κατάλληλο καιρό. Τίποτε δεν μπορεί ο  άνθρωπος να επιστρέψει πί­σω στο Θεό στη θέση της ψυχής. Η ψυχή είναι βασί­λισσα και ο λα τα άλλα είναι δούλοι. Δεν θα δεχτεί ο  Θε­ός τον δούλο στη θέση του βασιλιά μήτε και θέλει το ε­φήμερο στη θέση του αιωνίου. Τι λοιπόν θα προσφέρει ως αντάλλαγμα ο  αμαρτωλός για την ψυχή του;
Ενόσω ο  άνθρωπος βρίσκεται εντός του σώματος σε τούτο τον κόσμο, καυχάται για πολλές από τις κοσμικές αξίες. όταν όμως αποχωριστεί από το σώμα τότε διαπι­στώνει -να δώσει ο  Θεός να μην το γνωρίσει- πώς έξω από το Θεό και τη ψυχή δεν υπάρχει καμία αξία άλλη. Τότε δεν θα μπορέσει να κάνει καμία σκέψη για οποια­δήποτε εξαγορά και ανταλλαγή της ψυχής. ΤΩ, πόσο φρικτή είναι η θέση της αμαρτωλής ψυχής όταν αποκό­πτονται ο λα τα νήματα που την συνδέουν με τον κόσμο και το Θεό και κείνη, γυμνή και τετραχηλησμένη, πτω­χή και πάμπτωχη βρεθεί στον κόσμο των πνευμάτων!

Ποιόν θα καλέσει τότε σε βοήθεια; Το όνομα ποιου θα μνημονεύσει; Από ποια ποδιά θα πιαστεί πέφτοντας στην ατελεύτητη άβυσσο, αιωνίως κατερχόμενη στην δί­χως τέλος άβυσσο;
Μακάριοι, πάλι, είναι ο σοι σε τούτη την ζωή αγάπη­σαν το Χριστό και συνήθισαν στο να επικαλούνται το όνομα Του ημέρα και νύκτα, αχώριστο από την ανα­πνοή τους και τον χτύπο της καρδιάς τους. Εκείνοι θα γνωρίζουν ποιόν να επικαλεστούν επάνω από την άβυσ­σο, ποιόν να καλέσουν σε βοήθεια. Θα ξέρουν, ποιο όνομα να μνημονεύσουν και από ποια ποδιά να πιαστούν. Αλήθεια, θα είναι εκτός κινδύνου, υπό την σκέπη του ηγαπημένου Κυρίου.
Να όμως ο  φόβος ο  μεγάλος για όλους εκείνους που σε τούτη τη ζωή δεν έχουν φόβον αμαρτίας. Λέει ο  Κύ­ριος: ο ς γάρ εάν επαισχυνθή με και τους εμούς λόγους εν τη γενεά ταύτη τη μοιχαλίδι και αμαρτωλώ, και 6 υι­ός του ανθρώπου επαισχυνθήσεται αυτόν ο ταν έλθη εν τη δόξη του Πατρός αυτού μετά των αγγέλων των αγίων. Ακούσατε το αυτό, ο λοι οι πιστοί και μην υπολογίζετε υπέρμετρα στην ευσπλαχνία του Θεού. Αλήθεια, το έλε­ος του Θεού μονάχα σε τούτη τη ζωή θα εκχυθεί επάνω στους μετανοημένους βλασφημούντες τον Θεό, ενώ στη Φοβερή Κρίση, το έλεος θα αντικατασταθεί από τη δι­καιοσύνη.
Ακούστε αυτά εσείς που καθημερινά πλησιάζετε τον αναπόφευκτο θάνατο, ακούστε και τρέμετε στη ψυχή και στη καρδιά σας. Τούτα δεν είναι λόγια κάποιου εχθρού σας αλλά του μεγαλύτερου Φίλου σας. Εκείνο το ίδιο στόμα που από του Σταυρού συγχώρεσε τους εχθρούς, ε­ξέφρασαν και τούτα τα φοβερά μα δίκαια λόγια. Οποίος σε τούτη την ζωή εντραπεί τον Χριστό, θα τον εντραπεί και ο  Χριστός στο τέλος του κόσμου τούτου. Οποίος εν­τραπεί τον Χριστό ενώπιον των αμαρτωλών, θα τον εν­τραπεί και ο  Χριστός ενώπιον των άγιων αγγέλων. Σε τι θα καυχηθείς ώ άνθρωπε, εάν τον Χριστό εντραπείς;...

Μπροστά σε ποιόν λοιπόν ντρέπεσαι τον Χριστό; Μήπως ενώπιον κάποιου ο  οποίος είναι καλλίτερος από Εκείνον; ο χι βέβαια, αφού δεν υπάρχει κανένας ανώτε­ρος από τον Χριστό. Σημαίνει δηλαδή ο τι ντρέπεσαι τον Χριστό ενώπιον κάποιου που είναι κατώτερος.
Μήπως ο γιος ντρέπεται τον πατέρα του ενώπιον της αρκούδας ή η κόρη τη μητέρα της ενώπιον της αλεπούς; Για ποιο λόγο λοιπόν εσύ να ντρέπεσαι τον Άριστο ε­νώπιον του κακού, τον Καθαρώτατο ενώπιον του ρυπαρού, τον Πανίσχυρο ενώπιον του μηδαμινού, τον Σοφότερο ενώπιον του ανόητου; Γιατί να ντρέπεσαι τον μεγα­λόπρεπο Κύριο ενώπιον γενεάς μοιχαλίδος και αμαρτω­λής; Μήπως επειδή η γενεά αυτή χορεύει διαρκώς μπρο­στά στα μάτια σου ενώ ο  Κύριος είναι αόρατος; Λίγο α­κόμη ο μως και ο  Κύριος θα φανερωθεί εν δόξη, επί νε­φελών αγγέλων πολλών και η γενεά αυτή θα εκλείψει κάτω από τα πόδια Του καθώς η σκόνη μπροστά στον δυνατό αγέρα. Αλήθεια, τότε δεν θα ντραπείς τον Κύριο της δόξης αλλά τον εαυτό σου, μα η ντροπή σου εκείνη θα είναι ανώφελη. Καλλίτερα να ντραπείς τώρα που η ντροπή βοηθά ακόμη, να ντραπείς τα πάντα ενώπιον του Χριστού και ο χι τον Χριστό ενώπιον πάντων.
Γιατί λέει ο  Κύριος εμένα και τους λόγους μου; ο ς γάρ εάν επαισχυνθή με σημαίνει: οποίος αμφιβάλει για την Θεότητα Μου και για την Θεία Μου Ενανθρώπηση από την Πανάσπιλο Παρθένο και για τα σταυρικά μου Πάθη και για την Ανάσταση Μου, και οποίος εντραπεί για την πτώχεια Μου εν τω κόσμω και την αγάπη μου προς τους αμαρτωλούς.
Ός γάρ εάν επαισχυνθή... και τους εμούς λόγους ση­μαίνει: οποίος αμφιβάλει στο Ευαγγέλιο ή πάλι οποίος απαρνηθεί τη διδαχή Μου ή οποίος ανατρέψει τη διδα­χή Μου και με την αίρεση φέρει ταραχή και σχίσματα ανάμεσα στους πιστούς ή οποίος υπερηφανευτεί με την Αποκάλυψη Μου και προσπαθήσει να την αντικαταστήσει με κάποιαν άλλη δική του διδαχή ή οποίος εσκεμμένα αποκρύπτει ή αποσιωπά τους λόγους Μου ενώπιον των κραταιών και ισχυρών του κόσμου τούτου νοιώθο­ντας ντροπή για Μένα και φόβο εξαιτίας Μου.
Οι λόγοι του Χριστού είναι διαθήκη ζωοποιός για τον κόσμο, ο σο και τα Πάθη Του, το Σώμα και το Αίμα Του.
Ό Κύριος δεν ξεχωρίζει τα λόγια Του από τον Εαυ­τό Του ούτε και προσδίδει σ' αυτά λιγότερη άξια από το Πρόσωπο Του. ο  λόγος Του είναι αδιαχώριστος από τον Εαυτό Του. ο  λόγος Του έχει δύναμη ο πως και το Πρόσωπο Του. Γι' αυτό λέει στους μαθητές Του: ήδη υμείς καθαροί εστέ διά τον λόγον ον λελάληκα υμίν (Ίω. 15,3). Με τον λόγο Του καθάριζε ψυχές, θεράπευε ασθε­νείς, αποδίωκε δαιμόνια, ανιστούσε νεκρούς. ο  λόγος του είναι δημιουργικός, καθαρτικός, ζωοποιός. Γιατί εί­ναι αυτό τόσο θαυμαστό, ο ταν στο Ευαγγέλιο είναι γραμμένο: και Θεός ήν ο  Λόγος (Ίω. 1,1);
Ό Κύριος ονομάζει τούτη τη γενεά μοιχαλίδα με την ευρύτερη έννοια, ο μοια με τους αρχαίους προφήτες οι οποίοι και την προσκύνηση ακόμη των άλλων θεοτή­των αποκαλούσαν μοιχεία (Ίεζ. 23,37). Μοιχός είναι ο  καθένας που θα ξεχάσει τη γυναίκα του και θα πάει σε μία ξένη, μα μοιχός είναι και εκείνος που θα λησμονή­σει τον Θεό τον Ζώντα και θα αρχίσει να προσκυνά τον κτιστό κόσμο.
Οποίος εγκαταλείψει τη πίστη στον Κύριο και πι­στέψει σε ανθρώπους και οποίος εγκαταλείψει την αγά­πη προς το Θεό και την μεταθέσει στους ανθρώπους ή τα πράγματα, αυτός διαπράττει μοιχεία. Με ένα λόγο, ο λες οι αμαρτίες με τις οποίες η ψυχή σου απομακρύνεται από τον Θεό και συνδέεται με κάποιον ή κάτι εκτός του Θεού, μπορούν να ονομαστούν με μία λέξη μοιχεία, ε­πειδή ο λες έχουν ιδιότητες της μοιχείας του άνδρα ή της γυναίκας. Οποίος* λοιπόν αισχυνθεί τον Κύριο και Χριστό, τον Νυμφίο της ανθρώπινης ψυχής ενώπιον μιας τέτοιας μοιχαλίδος γενεάς, μοιάζει στ' αλήθεια με την νύμφη που ενώπιον αναίσχυντων ανθρώπων ντρέπε­ται για τον αρραβωνιαστικό της.
Γιατί ο  Κύριος δεν λέει μονάχα ενώπιον αμαρτωλής γενεάς αλλά αμαρτωλής και μοιχαλίδος; Ακριβώς για να καταδικάσει Ιδιαιτέρως τη μοιχεία με την οποία εννο­ούνται εδώ ο λα τα βαριά αμαρτήματα, τα φαρμακερά και θανατηφόρα τα οποία και αποθαρρύνουν τον άνθρωπο α­πό το να ακολουθήσει τον Χριστό, να απαρνηθεί τον ε­αυτό του και τον απωθούν από το Σταυρό και την ανα­γέννηση.
Κοιτάξτε ο μως πόσο παράξενη είναι η κατακλείδα του σημερινού Ευαγγελίου: και έλεγεν αυτοίς' αμήν λέ­γω υμίν ο τι εισί τινές των ώδε εστηκότων, οίτινες ου μη γεύσωνται θανάτου έως αν ίδωσι την βασιλείαν του Θε­ού εληλυθυίαν εν δυνάμει. Θα έλεγε κάποιος με μιά πρώ­τη ματιά πώς τα λόγια αυτά είναι άσχετα με τα ο σα ειπώ­θηκαν προηγουμένως. Και ο μως, η σχέση αυτή είναι ολοφάνερη και η κατακλείδα θαυμάσια. Δεν θέλει ο  Κύ­ριος να αφήσει απαράκλητους τους πιστούς Του. Αφού τους εκάλεσε ν' άρουν το σταυρό τους, να απαρνηθούν και την ίδια τη ψυχή τους και τους απείλησε με τιμωρία φοβερή, εάν εντραπούν τον Ίδιο και τους λόγους Του, θέτει τώρα ο  Κύριος το ουράνιο τόξο μετά την καταιγί­δα. Σπεύδει να ανακοινώσει το έπαθλο για ο σους Τον υ­πακούσουν και Τον ακολουθήσουν με το σταυρό τους. Αυτό το έπαθλο θα καταξιωθούν κάποιοι και πριν από το τέλος του κόσμου και τη Φοβερή Κρίση, ακόμη και πριν από το τέλος της επίγειας ζωής τους. Αυτοί δεν θα γευτούν θάνατο έως αν ίδωσι την βασιλείαν του Θεού εληλυθυίαν εν δυνάμει.

Ώ, πόσο σοφός είναι ο  Κύριος στις διδαχές Του! Ποτέ δεν μιλά για καταδίκη δίχως να κάνει αναφορά και στην αμοιβή. Ούτε και εξουθενώνει δίχως παράλληλα και να επαινεί. Ούτε σπρώχνει τους ανθρώπους σε μονο­πάτι ακανθώδες δίχως να αναφέρει και τη χαρά στο τέρ­μα του δρόμου. Ούτε και ξεστομίζει απειλές δίχως να δώσει και την παρηγοριά. Δεν αφήνει τον ουρανό γεμά­το από σκοτεινά σύννεφα χωρίς συνάμα να δείξει και τη λάμψη του ήλιου με το κάλλος της ίριδος.
Πόσοι είναι ο μως εκείνοι που δεν θα γευτούν θάνατο μέχρι να δουν τη βασιλεία του Θεού εν δυνάμει; ο  Κύ­ριος ομιλεί μπροστά σε μιά μάζα λαού και τους μαθητές Του και λέει: ο τι είσι τίνες των ώδε εστηκότων. Ποιόν εννοεί λοιπόν ο  Κύριος με τα λόγια τούτα; Κατά πρώτον αναφέρεται σε ο λους εκείνους που θα εκπληρώσουν την εντολή Του και θα άρουν το σταυρό τους με αυταπάρνη­ση. Αυτοί σε τούτην ακόμα τη ζωή θα νοιώσουν εντός τους τη δύναμη της βασιλείας του Θεού. Επάνω τους θα κατέλθει το Πνεύμα το Άγιον το Οποίον θα τους καθα­ρίσει και φωτίσει και θα τους ανοίξει τη θύρα των επου­ρανίων μυστηρίων ο πως συνέβη αργότερα με τους Αποστόλους και τον αρχιδιάκονο Στέφανο.
Δεν ήταν οι Απόστολοι που την Πεντηκοστή είδαν τη βασιλεία του Θεού εν δυνάμει, τότε που εστάλη επάνω τους δύναμη από ψηλά; Στέφανος υπάρχων πλήρης Πνεύματος Αγίου, ατενίσας εις τον ουρανόν είδε δόξαν Θεού(ΤΙρ. 7,55). Μήπως ο  ευαγγελιστής Ιωάννης δεν εί­δε τη βασιλεία του Θεού πριν από το σωματικό του θά­νατο; Και ο  Απόστολος Παύλος δεν ανέβηκε έως τρίτου ουρανού πριν να γευτεί το θάνατο; Ας αφήσουμε ο μως τους Αποστόλους. Ποιος ξέρει πόσοι και πόσοι από ε­κείνους οι οποίοι στο διάστημα του κηρύγματος εκείνου στεκόταν εκεί ένοιωσαν τη δύναμη του Αγίου Πνεύμα­τος και είδαν τη βασιλεία του Θεού να έρχεται πριν τον αποχωρισμό από τον κόσμο αυτό;
Εκτός από αυτή την ερμηνεία, κάποιοι ιεροί ερμη­νευτές του Ευαγγελίου δίνουν στους παραπάνω λόγους του Χριστού και κάποιαν άλλη. Μεταφέρουν τα λόγια του Σωτήρος στους τρεις μαθητές, Πέτρο, Ιάκωβο και Ιωάννη οι οποίοι λίγο μετά από το κήρυγμα αυτό είδαν στο Θαβώρ τον Κύριο μεταμορφωμένο με τον Μωυσή και τον Ηλία. Δεν υπάρχει αμφιβολία ο τι η ερμηνεία αυτή είναι σωστή αλλά αυτό δεν αναιρεί και την πρώτη ερμηνεία. Οι τρεις Απόστολοι είδαν τη βασιλεία του Θεού εν δυνάμει επάνω στο ο ρος Θαβώρ ο ταν ο  Κύριος Ιησούς εμφανίστηκε μέσα στην ουράνια λάμψη Του και από τον άλλο κόσμο εμφανίστηκαν ο  Μωυσής και ο  Η­λίας, ο  ένας από τη μία και ο  άλλος από την άλλη πλευ­ρά του Κυρίου της Δόξης. Ουδόλως δεν πρέπει να θεω­ρηθεί ο τι αύτη είναι η μόνη περίπτωση ο που άνθρωποι θνητοί είδαν τη βασιλεία του Θεού ερχόμενη εν δυνάμει. Αυτό το γεγονός στο Θαβώρ είναι στ' αλήθεια μεγαλειώ­δες και εξαιρετικό αλλά δεν αποκλείει και πολυάριθμες άλλες περιπτώσεις ο που άνθρωποι θνητοί είδαν στη ζωή τους -μολονότι με άλλο τρόπο- τη βασιλεία του Θεού εν δυνάμει και δόξη.
Αν το θελήσουμε, μπορούμε και εμείς να δούμε τη βασιλεία του Θεού εληληθυΐα εν δυνάμει πριν να γευτούμε θάνατο. Το σημερινό Ευαγγέλιο μιλάει φανερά για τις προϋποθέσεις που αποκαλύπτεται. Ας αναλάβου­με οικειοθελώς το σταυρό μας και ας ακολουθήσουμε τον Κύριο. Ας φροντίσουμε να απολέσουμε την παλαιά μας ψυχή, τον αμαρτωλό μας βίο και ας μάθουμε πώς το σημαντικότερο για τον άνθρωπο είναι να σώσει τη ψυχή του, παρά να κερδίσει τον κόσμο ολόκληρο. Έτσι, θα αξιωθούμε και εμείς κατά το έλεος του Θεού να αντικρύσουμε τη βασι­λεία του Θεού, την μεγάλη σε δύνα­μη και ασύγκριτη σε δόξα, ο που οι άγγελοι μετά των άγιων νύχτα και μέρα δοξάζουν τον Ζώντα Θεό, τον Πατέρα και τον Υιό και το Πνεύμα το Άγιο, Τριάδα ομοούσιο και αχώ­ριστο, νυν και αεί, σε ο λους τους καιρούς και στην αιωνιότητα’ αμήν.









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου