Ο άνθρωπος απέρριψε αυτοπροαίρετα την κοινωνία του με τον Θεό και τους αγίους αγγέλους, ήρθε, αυτοπροαίρετα επίσης, σε κοινωνία με τα πονηρά πνεύματα και υποτάχθηκε σ’ αυτά. Η σωτηρία δόθηκε δωρεάν από τον Θεό στον πεσμένο άνθρωπο, ο οποίος, πάντως, αφέθηκε ελεύθερος να τη δεχθεί ή να την απορρίψει.
Του δόθηκε, βέβαια, η δυνατότητα να ξεφύγει από τα πονηρά πνεύματα, να αποτινάξει τον ζυγό τους με τη δύναμη της θείας χάριτος. Μπορεί, όμως, αν το θέλει, να παραμείνει στην κατάσταση της κοινωνίας με τα πονηρά πνεύματα, όντας αιχμάλωτος και δούλος τους.
Ο άνθρωπος αναπόφευκτα ή θα πολεμήσει ή θα αιχμαλωτιστεί. Ο καλός αγώνας δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά η αυτοπροαίρετη και ενεργητική αποδοχή της σωτηρίας, που εκδηλώνεται και αποδεικνύεται πρακτικά με την ίδια μας τη ζωή. Τα πονηρά πνεύματα, όπως είναι πολύ φυσικό, προσπαθούν να μας κρατήσουν αιχμάλωτους και κοινωνούς τους, όταν εμείς θελήσουμε να διακόψουμε την κοινωνία μας μαζί τους και να ελευθερωθούμε από τη δουλεία τους. Τότε πρέπει ν’ αποδείξουμε την ειλικρινή μας διάθεση για την αποτίναξη του ζυγού τους, χρησιμοποιώντας κάθε μέσο που διαθέτουμε.
Όταν με τη χριστιανική άσκηση μπαίνουμε στον κόσμο των πνευμάτων και
επιχειρούμε ν’ ανακτήσουμε την ελευθερία μας, πρώτα απ’ όλα βρίσκουμε αντιμέτωπα τα ίδια τα πονηρά πνεύματα. Στον αγώνα μας αυτόν μυστικά μας καθοδηγεί, μας βοηθάει και μας υπερασπίζεται η θεία χάρη, που μας δόθηκε στο άγιο Βάπτισμα. Χωρίς τη χάρη η πάλη μας με τα πνεύματα και η προσπάθειά μας να λυτρωθούμε από την αιχμαλωσία τους θα ήταν μάταιες. Παρ’ όλα αυτά, στην αρχή είμαστε κυκλωμένοι από τα πονηρά πνεύματα και, λόγω της πτώσεως, παραμένουμε σε κοινωνία μαζί τους. Πρέπει ν’ ασκήσουμε βία στον εαυτό μας, προκειμένου να διαρρήξουμε αυτή την κοινωνία. Εξαιτίας, όμως, της πεσμένης μας φύσεως, μέσα μας οι καλοί λογισμοί είναι ανακατεμένοι με τους κακούς λογισμούς, τα καλά αισθήματα είναι ανακατεμένα με τα κακά αισθήματα, η αλήθεια είναι ανακατεμένη με το ψέμα και την πλάνη. Η μείξη αυτή με το κακό αχρηστεύει το καλό.
Τα πονηρά πνεύματα, προσπαθώντας να μας κρατήσουν στην κατάσταση της πτώσεως και, συνακόλουθα, της αναγκαστικής αιχμαλωσίας μας σ’ αυτά, μας προξενούν αμαρτωλές σκέψεις, επιθυμίες και φαντασιώσεις. Μ’ αυτές είτε ικανοποιούν την πεσμένη μας φύση είτε παρουσιάζουν το κακό και το ψέμα καλυμμένα πίσω από το προσωπείο του καλού και της αλήθειας. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο ενεργούν και όταν αρχίζουν να εμφανίζονται αισθητά.
Στη χριστιανική ασκητική πράξη συμβαίνει συνήθως το εξής: Όταν ένας μοναχός αρχίζει τον αγώνα του, περικυκλώνεται από τα πονηρά πνεύματα. Αυτά στην αρχή ενεργούν εναντίον του με λογισμούς, επιθυμίες και φαντασιώσεις, ενώ αργότερα με αισθητές εμφανίσεις, όπως διαπιστώνουμε εύκολα από τους βίους των οσίων Αντωνίου του Μεγάλου, Μακαρίου του Αιγυπτίου, Παχωμίου του Μεγάλου, Μαρίας της Αιγυπτίας, Ανδρέα του δια Χριστόν σαλού, Ιωάννου του πολυάθλου και όλων των άλλων αγίων ασκητών. Στο πρώτο στάδιο του αγώνα τους οι όσιοι πατέρες είχαν να παλέψουν με λογισμούς, ενθυμήσεις και αισθήματα που είτε συνιστούσαν αυτά καθεαυτά αμαρτία είτε οδηγούσαν, φανερά ή συγκαλυμμένα, σ’ αυτήν. Περνούσε πολύς καιρός, ώσπου, ύστερ’ από συνεχείς και επίμονους αγώνες, να λάβουν καλούς λογισμούς και άγια αισθήματα.
Όταν οι άγιοι έφταναν στην αισθητή θέαση των πνευμάτων, τα πρώτα πνεύματα που έβλεπαν ήταν τα πονηρά. Ακολουθούσε σκληρή πάλη εναντίον τους, με την οποία αποδείκνυαν ενεργητικά την αποφασιστικότητά τους να μη δημιουργήσουν κανενός είδους επικοινωνία μαζί τους. Με τον αγώνα τους αυτόν αποκτούσαν την ικανότητα να επικοινωνούν με τα άγια αγγελικά πνεύματα, τα οποία έρχονταν κοντά τους και τους φανερώνονταν αισθητά.
Έτσι έγινε και με τον ίδιο τον Κύριο Ιησού Χριστό, τον Σωτήρα μας, του οποίου η ανθρώπινη φύση, μολονότι ολοκάθαρη από κάθε αμαρτία, έφερε όλα τα αδιάβλητα πάθη μας. Στην έρημο, όπου πήγε μετά τη βάπτισή Του, εμφανίστηκε αισθητά μπροστά Του ο διάβολος και Τον έβαλε σε πειρασμούς. Ύστερα, αφού ο Κύριος νίκησε τον πονηρό, «άγγελοι Θεού ήρθαν και Τον υπηρετούσαν», όπως λέει το Ευαγγέλιο (Ματθ. 4:11).
Οι έμπειροι διδάσκαλοι του μοναχισμού απαγόρευαν στους αρχάριους ασκητές, που δεν είχαν αποκτήσει επαρκή πείρα του αοράτου πολέμου με τους δαίμονες μέσω των πονηρών λογισμών και των εμπαθών αισθημάτων, να επιδίδονται σε υπερβολική άσκηση της νηστείας, της αγρυπνίας και της ησυχίας. Κι αυτό γιατί σ’ όσους κάνουν τέτοιαν άσκηση δεν αργούν να εμφανιστούν αισθητά τα πονηρά πνεύματα, που μπορούν εύκολα να πλανήσουν και να οδηγήσουν στην απώλεια τους άπειρους αγωνιστές. Πολύ λίγοι από τους μοναχούς είναι ικανοί ν’ αναμετρηθούν άμεσα με τους δαίμονες. Αυτό είναι κατορθωτό μόνο απ’ όσους έχουν αποκτήσει βαθιά γνώση των πνευμάτων μετά τη διεξαγωγή πολύχρονου αοράτου πολέμου και απ’ όσους, με τη βοήθεια της θείας χάριτος, έχουν εξασκήσει, όπως είπαμε πιο πάνω, τα πνευματικά τους αισθητήρια, ώστε να μπορούν να διακρίνουν το καλό από το κακό.
Ο μόνος ορθός τρόπος εισόδου στον κόσμο των πνευμάτων είναι η χριστιανική άσκηση. Και ο μόνος ορθός τρόπος εισόδου στην αισθητή θέαση των πνευμάτων είναι η χριστιανική τελειότητα. Ο ίδιος ο Θεός οδηγεί και εισάγει σ’ αυτή τη θέαση όσους αγωνίζονται να φτάσουν στην τελειότητα. Όποιοι το κάνουν από μόνοι τους, χωρίς την καθοδήγηση του Θεού, ενεργούν ενάντια στο θέλημά Του, γι’ αυτό δεν θ’ αποφύγουν την πλάνη και τη συνακόλουθη πνευματική βλάβη. Αυτή καθεαυτήν η πρόθεσή τους αποτελεί τη ρίζα της πλάνης.
Από το βιβλίο: Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ, Επισκόπου Καυκάσου και Μαύρης Θάλασσας, Έργα 5. Λόγος για τα πνεύματα – λόγος για τον θάνατο. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2014.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου