Κάποτε ο Θεός έστειλε έναν άγγελο σε έναν ασκητή για να του δείξει, ότι πολλοί δεν θέλουν να σωθούν ή θέλουν να σωθούν με τον δικό τους τρόπο...
- Έλα κοντά μου, για να σου δείξω τα παράξενα του κόσμου.
Τον πήρε μαζί του και εκεί που προχωρούσαν, συναντούνε κάποιον που είχε κόψει ξύλα στο δάσος και προσπαθούσε να τα φορτωθεί στην πλάτη του. Τα έδεσε στην πλάτη του και επιχείρησε να σηκωθεί. Ήταν όμως βαριά και δεν μπόρεσε να σηκωθεί. Τα άφησε κάτω και πήγε να κόψει και άλλα ξύλα. Τα συνέλεξε και τα έφερε μαζί με τα άλλα και τα σήκωσε.
Μα πως να τα σηκώσει, αφού δεν μπορούσε να σηκώσει τα πρώτα;
Προχώρησαν λίγο πιο κάτω και συνάντησαν έναν άλλον, που προσπαθούσε να αντλήσει νερό από ένα πηγάδι. Αλλά δεν μπορούσε να βγάλει νερό, γιατί ο κουβάς ήταν τρύπιος και έτσι ματαιοπονούσε.
Προχώρησαν πιο κάτω και εκεί συνάντησαν μια Εκκλησία, που δεν είχε ψηλή πόρτα και να ένας καβαλάρης, πάνω σε ένα άλογο, θέλησε να μπει με το άλογο