Τον είδα αιφνίδια μέσα στον τεράστιο θάλαμο
με τα 65-70 κρεβάτια μέσα στο πανδαιμόνιο που κάνουν 70 άνθρωποι όταν μαζευόταν
και στριμώχνονταν σε ένα μικρό χώρο. Το φως πολύ. Έμπαινε από τα μεγάλα
παράθυρα με τα σιδερένια κάγκελα. Ήταν πρωί περίπου 9 ή ώρα, όταν άνοιξε ή
βαριά πόρτα, εξωτερική, και ανεβήκαμε ή νέα ομάδα των 1Ο φοιτητών, στο τμήμα
αποτοξίνωσης στο Δαφνί. Πρόσωπα εκινούντο αέναα μέσα στο φαρδύ διάδρομο που
άφηναν τα κρεβάτια τους. Άνθρωποι από όλα τα μέρη της πατρίδας και από πιο πέρα
ακόμη. Με τις χαρακτηριστικές προφορές των Λαρισινών ή των Κρητικών και των
νησιωτών. Κοντοί, ψηλοί, μελαχρινοί, άσπροι, αδύνατοι παχείς, πάσχοντες, όλος ό
κόσμος αναγκασμένος να συμβιώνει.
Και μέσα σε αυτήν την άμπωτη και πλημμυρίδα των ανθρώπων ένας ψηλός ξανθωπός με
μαύρα ρούχα και περιλαίμιο λευκό με λίγο υποτυπώδες γένι ξανθό άρχοντας,
ατάραχος, γαλήνιος μέσα σ’ αύτη την ταραχή. Κατάλαβα ότι επρόκειτο για ιερέα.
Ευτυχώς είπα μέσα μου, ένας καθολικός ιερέας στο τμήμα αποτοξίνωσης.