Ο Ουρανοβάμων και Ιεροφάντωρ Άγιος Ιερόθεος, πρώτος επίσκοπος των Αθηνών, ήταν διδάσκαλος του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου και του Αγίου Αριστείδου του φιλοσόφου και απολογητού, αναδείχθηκε δε και χαρισματικός υμνολόγος, αφού σύμφωνα με την παράδοση αρπάχθηκε από νεφέλη και παρευρέθηκε μαζί με τους Αγίους Αποστόλους, τον Άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη και τον Άγιο Τιμόθεο στην Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου. Ο ίδιος μάλιστα προεξήρχε της κηδείας του θεοδόχου Σώματος της Θεομήτορος και έψαλλε εξαίσιους ύμνους προς τιμήν Της, οι οποίοι υπερείχαν σε περιεχόμενο και μελωδία από όλους τους άλλους ύμνους, που είχαν ποιήσει οι υπόλοιποι. Το γεγονός αυτό το μαρτυρεί και ο ίδιος ο μαθητής του, ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ενώ ο Μέγας Συναξαριστής αναφέρει ότι «όταν οι άγιοι Απόστολοι έφθασαν στον Τάφο της Κυρίας Θεοτόκου και αποχαιρετώντας Την, έκαστος έλεγε εγκώμια θεία και ένθεα προς Αυτήν, όλοι δε είπαν διάφορα εγκώμια. Ο Άγιος Ιερόθεος, έψαλλε τοιαύτα εγκώμια και καινοφανείς ύμνους, ακατάληπτης αρμονίας, μελοποιημένους από τον ίδιο, προς την Παναγία μας, που υπερέβαιναν όλων των άλλων, και τολμώ ειπείν, ήσαν τόσο εξαίρετα και καταπληκτικά, ώστε αυτοί οι άγιοι Άγγελοι δεν θα μπορούσαν, καταλεπτώς (με κάθε λεπτομέρεια), καθώς τα είπεν εκείνος».
πηγή
τμήμα από:
πηγή
τμήμα από:
Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαραθέτουμε στη συνέχεια τη μαρτυρία για τη Θεομήτορα ενός συγχρόνου της, του άγιου Διονυσίου του Αρεοπαγίτη, μορφωμένου και ονομαστού Αθηναίου, που μεταστράφηκε στη χριστιανική πίστη από τον Απόστολο Παύλο. Ο άγιος Διονύσιος, τρία χρόνια μετά τη μεταστροφή του, επισκέφτηκε την Υπεραγία Θεοτόκο στα Ιεροσόλυμα, στο σπίτι του Ευαγγελιστού Ιωάννου, όπου εκείνη έμενε μετά την Ανάληψη του Κυρίου. Να τι γράφει σχετικά με την επίσκεψη αυτή σε μιαν επιστολή του προς τον Απόστολο Παύλο:
«Δεν πίστευα —το ομολογώ ενώπιον του Κυρίου, ω θαυμάσιε οδηγέ και ποιμένα μας— ότι εκτός από τον ύψιστο Θεό ήταν δυνατό να υπάρχει οποιοδήποτε πρόσωπο που να είναι γεμάτο από θεία δύναμη και θεία χάρη. Όμως, κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να φανταστεί αυτό που είδα και κατάλαβα όχι μόνο με τα ψυχικά μου μάτια αλλά και με τα σωματικά Είδα, λοιπόν, με τα μάτια μου τη θεόμορφη και αγιότερη απ’ όλα τα ουράνια πνεύματα Μητέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Ήταν ένα δώρο της χάριτος του Θεού, της συγκαταβατικότητας του κορυφαίου αποστόλου (Ιωάννου), καθώς και της απέραντης καλοσύνης, ευσπλαχνίας και ευμένειας της ίδιας της Παρθένου. Ομολογώ ξανά και ξανά μπροστά στον παντοδύναμο Θεό, μπροστά στον πανάγαθο Σωτήρα και μπροστά στην ένδοξη και πάντιμη Μητέρα Του, πως, όταν με οδήγησε σ’ εκείνην, τη θεόμορφη και παναγία Παρθένο, ο Ιωάννης, η κεφαλή των ευαγγελιστών και των προφητών, που, ενώ ζει με σάρκα, λάμπει όπως ο ήλιος στον ουρανό, με τύλιξε μια θεία λάμψη, λάμψη ζωηρή και αμείωτη, φωτίζοντάς με όχι μόνο εξωτερικά αλλά και εσωτερικά, καθώς και μια υπερκόσμια, μια υπέροχη ευωδία με συνεχείς εναλλαγές.
Ούτε το πνεύμα μου ούτε το αδύναμο σώμα μου μπορούσαν να βαστάξουν τόσα και τέτοια σημεία, που συνιστούσαν πρόγευση της αιώνιας μακαριότητας και δόξας. Παρέλυσε η καρδιά μου και σχεδόν έσβησε το πνεύμα μου από τη θεία δόξα και χάρη της. Βεβαιώνω μπροστά στον Θεό πως, αν δεν είχα φυλάξει στην καρδιά μου και στον νεοφώτιστο νου μου τις θεόπνευστες διδαχές και υποθήκες Του, θα είχα θεωρήσει την Παρθένο θεό και θα την είχα προσκυνήσει έτσι όπως προσκυνούμε τον μόνο αληθινό Θεό.
Γιατί κανένας νους δεν μπορεί να φανταστεί για άνθρωπο δοξασμένο από τον Θεό δόξα ανώτερη από τη δόξα εκείνη που αξιώθηκα εγώ, ο ανάξιος, να δω, ούτε μακαριότητα μεγαλύτερη από τη μακαριότητα που αξιώθηκα να γευθώ. Ευχαριστώ τον ύψιστο και πανάγαθο Θεό μου, την Παναγία Παρθένο, τον κορυφαίο Απόστολο Ιωάννη, καθώς κι εσένα, την ανώτατη και επισημότατη κεφαλή της Εκκλησίας, που σπλαχνικά μου φανέρωσε μια τέτοια ευεργεσία» .
Πηγή: «Ασκητικές ομιλίες Α’» Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ, επισκόπου Καυκάσου και Μαύρης Θάλασσας, Εκδ. Ιεράς Μονής Παρακλήτου