Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2020

η θεολογία ως επιστήμη επιστημών κι η σχέση της με τις άλλες επιστήμες

Η Ορθόδοξη Θεολογία είναι επιστήμη και μάλι­στα θετική, διότι έχει γνωστικό αντικείμενο και χρη­σιμοποιεί επιστημονική μέθοδο. Στην ορθόδοξη πα­ράδοση διακρίνονται δύο γνώσεις ή σοφίες (Απόστο­λος Παύλος, Ιάκωβος Αδελφόθεος ως τον Γρηγόριο Παλαμά και τον Ευγένιο Βούλγαρη κ.λπ.). Υπάρχει η γνώση του ακτίστου (= Θεός) και η γνώση του κτι­στού (= ο κόσμος ως κτίση και δημιουργία). Η γνώ­ση του Θεού (θεογνωσία) είναι υπερφυσική και επιτυγχάνεται με την συνέργεια του ανθρώπου με τον Θεό. Η γνώση του κόσμου είναι φυσική και αποκτά­ται με την επιστημονική έρευνα. Μέθοδος της θείας γνώσης είναι η νήψη - κάθαρση της καρδιάς (Ψαλμ. ν’, 12 - Ματθ. ε’, 8). Θεολογία λοιπόν είναι η γνωσιολογία και γνώση του ακτίστου. Επιστήμη η γνωσιο­λογία και γνώση του κτιστού. Η γνώση στην επιστήμη της πίστεως ονομάζεται θέωση και είναι ο μόνος σκοπός της Ορθοδοξίας. Όλα τα λοιπά είναι μέσα προς αυτό το τέλος. 

Οι δύο γνωσιολογίες, κτιστού και ακτίστου, εργά­ζονται με διαφορετικά όργανα και γι' αυτό τα μεταξύ τους όρια είναι ευδιάκριτα. Όργανο της επιστήμης της πίστεως δεν είναι η διάνοια, αλλά η καρδιά, που μπορεί να δεχθεί την ενοίκηση του

ακτίστου, όταν η καρδιά καθαρθεί από τα πάθη και μπορεί να αναπτύ­ξει, ως υπερφυσικό όργανο του ανθρώπου, την νοερή της λειτουργία ( = ενέργεια του νου στην καρδιά). Η παρατήρηση και το πείραμα, βασικές παράμετροι της επιστημονικής μεθόδου, υπάρχουν και στην επιστήμη της πίστεως. 

Στην ησυχαστική μέθοδο θεογνωσίας υπάρχει η παρατήρηση ως θέα του ακτίστου φωτός - της θείας άκτιστης ενέργειας και το πείραμα ως δυνατότητα επα­νάληψης αυτής της εμπειρίας, που είναι κοινή σ' ό­λους τους επιστήμονες της πίστεως, δηλαδή τους Αγίους. Ό,τι συνεπώς είναι για τους φυσικούς επιστήμο­νες το τηλεσκόπιο ή το μικροσκόπιο, για τους επιστή­μονες της πίστεως είναι η «καθαρά καρδία», που γίνε­ται ένα είδος «θεοσκοπίου». Η Θεολογία, ως λόγος πε­ρί του Θεού, μ' αυτήν την προϋπόθεση, λειτουργεί ως θετική επιστήμη και όχι ως μεταφυσική, στοχαστική δηλαδή θεολόγηση. Οι φυσικές επιστήμες επιδιώκουν την θέαση του μακροκόσμου και του μικροκόσμου. Η επιστήμη της πίστεως στοχεύει στην θέα(ση) του Θε­ού, ως ακτίστου φωτός, δηλαδή στην θέωση.

 

Περί της ευθείας κίνησης του νου (και κατά πόσο η ‘’επιστήμη’’ της Θεολογίας μπορεί να χαρακτηριστεί θετική) 

Φως ιλαρόν και ευθεία κίνηση νοός…

--- 

οι δύο ‘’χώροι’’ μπορούν να ενεργούν αυθύπαρκτα αλλά υπάρχει σχέση. Η αναλογία, ο λόγος, κι η στημένη ιχνηλασία είναι θεία δωρεά που ανάγει τον νου (και άνθρωπο) από το χαμηλότερο στο υψηλότερο. …17 Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι, ἀλλὰ πληρῶσαι. (Ματθ.ε’) 

Γιαυτό και έστησε τους δύο παραστάτες εκατέρωθεν της Θείας Μεταμορφώσεως, για την δική μας βοήθεια προς μεταμόρφωση (σε τέκνα Φωτός) … πνευματική γνώση των λόγων της φύσης και πνευματική γνώση των λόγων των Γραφών... (προφ.Ηλίας + προφ. Μωυσής) 

Επ’ αυτών δυο συμπληρωματικές θέσεις αγίων…

Ο άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς μεταξύ των επτά αιτιών που εξασθενούν και νεκρώνουν την πίστη στον Θεό, βάζει ως πέμπτη αιτία και τα δύο άκρα του φανατισμού, την ψευδοθεολογία και την ψευδοεπιστήμη.

Την πέμπτη αιτία συνιστούν η ψευδοεπιστήμη και η ψευδοθεολογία. Η ψευδοεπιστήμη δημαγωγεί εναντίον της πίστης, η ψευδοθεολογία δημαγωγεί εναντίον της επιστήμης.

Η ψευδοεπιστήμη παίρνει τις χείριστες και πρωτογενείς μορφές της πίστης, αυτές τονίζει σαν πίστη γενικώς, αυτές κριτικάρει και αυτές αρνείται.

Η ψευδοθεολογία πάλι έχει μάτια μόνο για καταχρήσεις των επιστημονικών εφευρέσεων και ανακαλύψεων, γενικεύει αυτές τις καταχρήσεις και αρνείται την επιστήμη.

Τον τελευταίο αιώνα (19ο) εξελίχθηκαν σημαντικά οι φυσικές και οι τεχνολογικές επιστήμες. Οι σοβαροί άνθρωποι αυτό το χρησιμοποίησαν για εμβάθυνση, ενώ οι γραφικοί για να κάνουν πιο ρηχή τη ζωή. Λόγω αυτού του πλουτισμού της επιστήμης οι σοβαροί έγιναν σοβαρότεροι, ενώ οι γραφικοί γραφικότεροι.

Οι σοβαροί δεν βλέπουν την αλήθεια διπλή, μία στην επιστήμη, μία δεύτερη στην πίστη, αλλά αισθάνονται αρμονία μεταξύ του ενός και του άλλου.

Οι γραφικοί απολαμβάνουν τις περιττές φιλονικίες, και τονίζοντας πάντα την αυθάδεια μπροστά στη λογική σκέψη, δημιουργούν αξία για τον εαυτό τους από το ότι με την επιστήμη αντιλέγουν στην πίστη ή, αντίθετα, με την πίστη αντιλέγουν στην επιστήμη.

Η υγιής πίστη δεν αντιλέγει ποτέ προς την πραγματική επιστήμη ούτε η πραγματική επιστήμη αρνείται την υγιή πίστη. Μόνο οι αρρωστημένες μορφές του ενός και του άλλου είναι υπερβολικές και ακραίες. Η πίστη μου στον Θεό δεν με εμποδίζει στο να αναγνωρίσω και να υιοθετήσω όλη την πραγματική επιστήμη από το άλφα ως το ωμέγα. Η επιστήμη μου όμως λαμβάνει σε διαύγεια και πληρότητα και ορμή, εάν τη φωτίσω και τη ζεστάνω με υγιή πίστη.

Να ξέρετε ότι όταν ένας επιστήμονας ξεσηκώνεται εναντίον της πίστης εν ονόματι της επιστήμης, αυτός ξεσηκώνεται εναντίον της χείριστης μορφής της πίστης εν ονόματι της κάλλιστης επιστήμης. Και όταν ένας θεολόγος ξεσηκώνεται εναντίον της επιστήμης εν ονόματι της πίστης, αυτός ξεσηκώνεται ενάντια στη μέγιστη κατάχρηση και μέγιστη επιζήμια μορφή της επιστήμης εν ονόματι της κάλλιστης πίστης.

Η κάλλιστη επιστήμη όμως στέκει στην τέλεια αρμονία με την κάλλιστη πίστη. Ενώ οι κάλλιστοι ποτέ δεν φιλονικούν, οι κάλλιστοι καταλαβαίνονται και αγαπιούνται.

Οι μικροί φιλονικούν και τρώγονται, και ηδονίζονται με την φιλονικία και τις τριβές.

Όμως η φιλονικία και οι τριβές της ψευδοπίστης και της ψευδοεπιστήμης ταλαντεύουν πολλές απλές ψυχές στην πίστη. Και όταν ταλαντευτεί, η πίστη τους αγωνίζεται για επιβίωση. Και συχνά ο αγώνας τελειώνει με ήττα της πίστης. Η ήττα της πίστης σημειώνει το θρίαμβο του σκότους και της κακίας μέσα στους ανθρώπους.

(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς "Αργά Βαδίζει ο Χριστός". Εκδόσεις "Εν Πλω". Σελ. 161-163)

και όπως σημειώνει ο π. Βασίλειος Γοντικάκης, πρώην Καθηγούμενος Ι.Μ. Ιβήρων Αγ. Όρους) στην σχέση μεταξύ επιστήμης και Ορθόδοξης Θεολογίας : Οι αληθινά τολμηροί επιστήμονες θα αναπαυθούν, μόνον όταν γίνουν Ορθόδοξοι θεολόγοι.

…από δε τον αγ.Νεκτάριο (Η ΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΩΝ ΚΑΙ ΑΙ ΜΗΤΕΡΕΣ) ακούμε…. Ανάγκη, λοιπόν, θρησκευτικώς και διανοητικώς να μορφώσωμεν τας θυγατέρας ημών, όπως αναδείξωμεν αυτάς αξίας του προορισμού αυτών. Παιδεία λοιπόν ευσεβής και θρησκεία μουσοτραφής, ανάγκη να συνυπάρχωσι, διότι τα δύο ταύτα είναι τα μόνα ασφαλή εν τω βίω εφόδια τα δυνάμενα ποικίλως να βοηθήσωσι τον άνθρωπον.

Η μονομερής ανατροφή ως επιλήψιμος άγει εις τα εξής δύο άτοπα, ή εις την δεισιδεμονίαν, ή εις την περιφρόνησιν των θείων, διότι το κατάντημα τούτο είναι φυσική ακολουθία και το άμεσον αποτέλεσμα του είδους της ανατροφής.

Η διανοητική και θρησκευτική μόρφωσις είναι δυο ετερογενή δένδρα επί του αυτού πεδίου πεφυτευμένα, άτινα δέον να τυγχάνωσιν ίσης επιμελείας και φροντίδας προς παράλληλον ανάπτυξιν. Διότι η άνισος καλλιέργεια θέλει επιφέρει την δυσανάλογον ανάπτυξιν, ήτις έξει ως αποτέλεσμα την αύξησιν μεν του ενός και επικράτησιν, τον μαρασμόν δε του ετέρου και ταπείνωσιν, διότι εάν η επιμέλεια στραφή περί τον νουν μόνον, η καχεξία του θρησκευτικού του ανθρώπου συναισθήματος είναι αναπόδραστος. Εάν δε περί την θρησκείαν μόνην ουχί την μουσοτραφή στραφή η φροντίς ημών, αι διανοητικαί δυνάμεις θέλουσι μαρανθή και εξαμβλυνθή. Συνέπεια δε της μεν πρώτης περιπτώσεως έσται η αθρησκεία και αθεΐα, αις παρακολουθούσιν άπειρα δεινά! της δε δευτέρας η δεισιδαιμονία, η εριννύς αύτη της ανθρωπότητος, ήτις πυρ και μάχαιραν κρατούσα ταις χερσίν απειλεί θάνατον προς πάντα ετεροδοξούντα.

 

   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου