Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2013

Άγνωστες μαρτυρίες για τις εμφανίσεις της Παναγίας και άλλων αγίων ...το '40

Άγνωστες μαρτυρίες για τις εμφανίσεις της Παναγίας στα βουνά της Πίνδου στον πόλεμο του 1940.

επιμέλεια: πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου

Εμφανίσεις και θαύματα της Παναγίας σημειώθηκαν σε πολλές περιοχές του ελλαδικού χώρου κατά τη διάρκεια του πολέμου, αλλά στην πρώτη γραμμή του πολέμου, στα ελληνοαλβανικά σύνορα και την Πίνδο, η Παναγία ήταν η προστάτιδα και οδηγός των στρατιωτών. Οι στρατιώτες την έβλεπαν με τα μάτια της πίστης τους να τους εμψυχώνει και να τους «σκεπάζει», καθώς πολεμούσαν στα χιονισμένα βουνά της Πίνδου και της Αλβανίας.

Ενδεικτική είναι η μαρτυρία της Β. Μπούρη σύμφωνα με την οποία ο θείος της,
Σπυρίδων Χουλιάρας, που πολέμησε στα ελληνοαλβανικά σύνορα, μέχρι το τέλος της ζωής του συνήθιζε να αφηγείται το εξής θαύμα της Παναγίας: ενώ οι στρατιώτες πολεμούσαν κάτω από πραγματικά αντίξοες συνθήκες, εμφανίστηκε μπροστά τους η Παναγία που ως προστάτιδα τους «σκέπασε» με το πέπλο της και σαν οδηγός τους οδήγησε μπροστά στον εχθρό, έτοιμους να τον αντιμετωπίσουν.

Το θαύμα αυτό επιβεβαιώνεται και από άλλους στρατιώτες που πολέμησαν στα βουνά της Πίνδου. Κατά μήκος όλου του μετώπου έβλεπαν το ίδιο όραμα: τις νύχτες μια γυναικεία μορφή βάδιζε ψηλόλιγνη, με την καλύπτρα της ριγμένη από το κεφάλι στους ώμους. Ήταν η Παναγία, η υπέρμαχος στρατηγός των Ελλήνων.

Ο Τάσος Ρηγόπουλος, πολεμιστής του 1940 γράφει από το μέτωπο:
«Σου γράφω από μία αετοφωλιά, τετρακόσια μέτρα ψηλότερη από την κορυφή της Πάρνηθας. Η φύση τριγύρω είναι πάλλευκη. Σκοπός μου […]είναι να σου μεταδώσω αυτό που έζησα, αυτό που είδα με τα μάτια μου και που φοβάμαι μήπως, ακούγοντάς το από άλλους, δεν το πιστέψεις. Λίγες στιγμές πριν ορμήσουμε για τα οχυρά της Μόροβας, είδαμε σε απόσταση περίπου δεκατριών μέτρων μια ψηλή μαυροφόρα να στέκει ακίνητη. Ο σκοπός φώναξε: «τις ει;». Μιλιά δεν ακούστηκε. Φώναξε ξανά θυμωμένος. Τότε, σαν να μας πέρασε όλους ηλεκτρικό ρεύμα, ψιθυρίσαμε: «η Παναγία!». Εκείνη όρμησε εμπρός σα να είχε φτερά αετού. Εμείς από πίσω της. Συνεχώς αισθανόμασταν να μας μεταγγίζει αντρειοσύνη.

Ολόκληρη εβδομάδα παλέψαμε σκληρά για να καταλάβουμε τα οχυρά Ιβάν-Μόροβας. […] Εκείνη ορμούσε πάντα μπροστά. Και όταν πια νικητές ροβολούσαμε προς την ανυπεράσπιστη Κορυτσά, τότε η Υπερμάχος έγινε ατμός, νέφος απαλό και απλά χάθηκε» .
Ένα θαύμα έζησαν και οι στρατιώτες του 51ου τάγματος στην κορυφογραμμή Ροντένη.

Από τις 22 Ιανουαρίου και κάθε βράδυ στις εννέα και είκοσι ακριβώς, το βαρύ πυροβολικό των αντιπάλων άρχιζε βολή εναντίον του τάγματος. Ο εκνευρισμός και οι απώλειες ήταν πολλές. Οι τολμηροί ανιχνευτές δεν μπορούσαν να εντοπίσουν τα εχθρικά πυροβόλα, προφανώς γιατί κάθε βράδυ οι αντίπαλοι τα μετακινούσαν. Η κατάσταση ήταν πιεστική. Ένα βράδυ του Φεβρουαρίου ακουστήκανε πάλι τα εχθρικά κανόνια.

«Παναγιά μου, βοήθησέ μας, σώσε μας», φώναξε εντελώς αυθόρμητα ο ταγματάρχης Πετράκης. Αμέσως στο βάθος πρόβαλε ένα φωτεινό σύννεφο και σιγά-σιγά δημιουργήθηκε κάτι σαν φωτοστέφανο και εμφανίστηκε η μορφή της Παναγίας, η οποία άρχισε να γέρνει προς τη γη και στάθηκε σε ένα φαράγγι. Όλοι στο τάγμα μόλις είδαν το θαύμα, ρίγησαν.

«Θαύμα!»,φώναξαν και έκαναν το σταυρό τους. Αμέσως στάλθηκε μήνυμα στην ελληνική πυροβολαρχία, τα ελληνικά κανόνια βρόντηξαν και λίγο μετά τα αντίπαλα σίγησαν. Οι οβίδες των Ελλήνων είχαν πετύχει τον απόλυτο στόχο .

«Η πίστη κατά την διάρκεια του πολέμου, το σίγουρο είναι ότι βοηθάει τον δοκιμαζόμενο στρατιώτη. Και η εικόνα της προστάτιδας του φέρνει ελπίδα και αισιοδοξία. … οι Αρτινοί στο μέτωπο μπροστά στην εικόνα της Παναγιάς δεν φοβόνταν ούτε όλμους, ούτε τις εχθρικές σφαίρες…» .

Ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης ζωγράφισε πάνω στο καπάκι ενός κιβωτίου ρέγγας τη Παναγία της Νίκης, η οποία απέκτησε τη φήμη ότι είναι θαυματουργή.

«Σε έξαλλη θρησκευτική έκσταση απαιτούσαν (ενν. οι έλληνες στρατιώτες από την Άρτα) η θαυματουργή εικόνα να μείνει ένα βράδυ τουλάχιστον στην κατασκήνωση τους. Άκουγες φωνές από παντού. Όλοι οι στρατιώτες φωνάζανε: «Η Παρθένα, η Παρθένα. Να την αφήσετε μια βραδιά». Εκείνη την ώρα βάρεσε συναγερμός […] πέσαμε μπρούμυτα σύμφωνα με τις διαταγές που είχαμε. Κανένας Αρτινός δεν έκανε το ίδιο. «Βρε συνάδελφε», μου είπε ένας, «βαστάς την Παρθένα και φοβάσαι»;» .

Χαρακτηριστικό είναι, επίσης, το γεγονός ότι οι ταυτότητες των στρατιωτών έφεραν, δίπλα ακριβώς από τα στοιχεία τους, μια εικόνα της Παναγίας. Και λίγο πριν απo την επίθεση έκαναν το σταυρό τους, αναφωνούσαν τρεις φορές «Παναγία μου!» και ύστερα ξεκινούσαν.

Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, αναγνωρίστηκε η σπουδαιότητα των θαυματουργών επεμβάσεων της Παναγίας. Για το λόγο αυτό η γιορτή της Αγίας Σκέπης, που είχε καθιερωθεί από το 626, όταν με τη θαυματουργή της επέμβαση έσωσε την Κωνσταντινούπολη από τους Αβάρους, να γιορτάζεται προς τιμήν της Παναγίας την 1η Οκτωβρίου, μεταφέρθηκε από το 1952 στις 28 Οκτωβρίου για να ενθυμούνται όλοι τη θαυματουργή βοήθειά της στη δυσκολότερη, ίσως, περίοδο του ελληνικού έθνους.

Απόσπασμα από την εργασία ''Ἡ τιμή της Θεοτόκου στην Ήπειρο''

πηγή

κι άλλη μαρτυρία εδώ από τον γέροντα Σάββα τον Αγιορείτη (όπως τα αφηγείται ο ίδιος που πολέμησε). Χειρόγραφο στις σελίδες 7 και 8...

--------

ΤΟ ΚΑΝΔΗΛΙ 


Ήταν παραμονή του Ευαγγελισμού, 24 Μαρτίου του 1942, και ήμασταν στη Δράμα, στην ιδιαιτέρα μου πατρίδα, Ή ξένη κατοχή ήταν Βουλγάρικη. Οι στερήσεις, οι αρρώστιες και ή πείνα είχαν πάρει τρομακτικές διαστάσεις και ο Θάνατος θέριζε κάθε μέρα μικρούς και μεγάλους και ιδιαιτέρως τα παιδιά.

Μεταξύ των συγγενών μου είχα και μια μακρινή θεία, χήρα με πέντε παιδιά. Τον άνδρα της τον είχαν σκοτώσει οι κατακτητές πριν από έξι μήνες στις σφαγές της 29 "ς Σεπτεμβρίου του 1941. Από τρόφιμα της είχαν απομείνει ένα δάκτυλο ελαιόλαδο και μια "χούφτα" καλαμποκάλευρο.

Εκείνο λοιπόν το απόγευμα, σκέφθηκε ότι αύριο, του Ευαγγελισμού, είχε έστω και κάτι λίγο για τροφή στα παιδιά: εκατό δράμια αλευράκι κι ένα δάκτυλο λαδάκι, Ξαφνικά τα μάτια της έπεσαν πάνω στο σβησμένο κανδήλι, πού ήταν κρεμασμένο μπροστά στο εικονοστάσι. και τότε μπήκε στο δίλημμα: Το λαδάκι στα νηστικά παιδιά της ή στο εικονοστάσι με την εικόνα του Ευαγγελισμού;

Αποφασιστικά όμως έκαμε τον Σταυρό της και είπε στην Παναγία: "Παναγία μου! ' Εγώ θα Σου ανάψω το καντήλι, γιατί ή μέρα πού ξημερώνει είναι πολύ μεγάλη για την πίστη μας, αλλά και Συ όμως ανάλαβε να μου θρέψης τα παιδιά". Πήρε το λιγοστό λαδάκι και μ' αυτό άναψε το καντήλι της Παναγίας. Το ιλαρό του φως φώτισε το φτωχικό σπίτι και ή καρδιά της γέμισε από γαλήνη. Αυτό τους συνόδευσε στη
βραδινή τους προσευχή και στον ύπνο τους όλο εκείνο το αξέχαστο βράδυ.

Την άλλη μέρα, μετά τη Θεία Λειτουργία, ή θεία μου άνοιξε το ντουλάπι, για να πάρει το λιγοστό αλεύρι, και έμεινε άφωνη. Τι βλέπει; Το "λαδερό" γεμάτο λάδι μέχρι πάνω, και δυο σακούλες γεμάτες αλεύρι και μακαρόνια!... Σταυροκοπήθηκε ή γυναίκα πολλές φορές, δοξάζοντας και ευχαριστώντας τον Θεό και την Παναγία για το μεγάλο θαύμα, αλλά δεν είπε σε κανένα τίποτα. 

Για δυο χρόνια ούτε το λάδι άδειαζε από το μπουκάλι, ούτε και το αλεύρι "σώθηκε" ποτέ, παρά την καθημερινή τους χρήση για έξι στόματα, για ανταλλαγή με άλλα τρόφιμα και για κρυφή ελεημοσύνη. Άλλα και το κανδήλι παρέμεινε από τότε μέρα - νύχτα αναμμένο, μαρτυρώντας με το άσβεστο φως του τη ζωντανή πίστη αυτής της ευλογημένης γυναίκας.

θαυμαστές εμπειρίες κατά τη Θεία Λειτουργία πρ. Στέφανος Αναγνωστόπουλος (πηγή)

Ο ΑΓΙΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΙ Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΩΝ ΦΙΛΙΑΤΡΙΝΩΝ

+ Αρχιμ. Δανιήλ Γούβαλη (ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ)


Ιδιαίτερα εντυπωσιακό είναι κάποιο θαύμα τού Αγίου Χαραλάμπους που συνέβη το 1944.

Στην νοτιοδυτική Πελοπόννησο, στην επαρχία Τριφυλίας, υπάρχει μία γραφική πόλις με 9.000 κατοίκους, τα Φιλιατρά. Πολιούχος της πόλεως είναι ο Αγιος Χα­ράλαμπος, και κάθε χρόνο στις 10 Φεβρουαρίου γίνεται μεγάλο πανηγύρι προς τιμήν του, και κατεβαίνουν σ' αυ­τό και οι Φιλιατρινοί που μένουν στην Αθήνα.

Σ' αυτό το πανηγύρι πηγαίνει κάθε χρόνο και ένας ηλικιωμένος Γερμανός, ονόματι Κοντάου, με την οικο­γένειά του. Έρχεται από μακρυά. Και θα έλεγε κανείς: «Τι τού ήρθε, ώστε έτσι στα καλά καθούμενα να ξεκινά από την Γερμανία για ένα τόσο μακρινό ταξείδι»!

Ο άνθρωπος αυτός στην περίοδο της κατοχής ήταν αξιωματικός τού Γερμανικού στρατού, και για ένα διάστη­μα χρημάτισε φρούραρχος Φιλιατρών. Εκείνο τον και­ρό — βρισκόμαστε στο 1944 — μερικοί Έλληνες αντάρ­τες έκαναν κάποιο σαμποτάζ, φονεύοντας σε ενέδρα αρκε­τούς Γερμανούς. Εξαγριώθηκαν τότε οι κατακτητές και από το στρατηγείο της Τριπόλεως δόθηκε εντολή στον Κοντάου, την ημέρα που θα ξημέρωνε, στις 6 το πρωί, να καούν τα μισά Φιλιατρά και να εκτελεσθούν εκατό περί­που Φιλιατρινοί. 

Όπως ήταν φυσικό, τρόμος και πανικός κατέλαβε όλους τους κατοίκους. Ήξεραν ότι οι Γερμα­νικές διαταγές ήταν αμετάκλητες. Τίποτε δεν τους έσωζε από τον όλεθρο και την συμφορά. Το πρωί (19 Ιουλίου) όμως ενώ έφθασε η κανονισμένη ώρα δεν έβλεπαν καμμία κίνησι. Απόρησαν. Τι άραγε να είχε συμβή;

Εκείνη την νύχτα οι πιστοί εζήτησαν με καυτά δά­κρυα την προστασία του Αγίου Χαραλάμπους. Και εκεί­νος ενήργησε θαυμαστά. Παρουσιάσθηκε στον Γερμανό φρούραρχο, τον Κοντάου, και τού είπε να μην εκτελέση την διαταγή. Τού υποσχέθηκε ακόμη πως δεν θα τιμωρηθή από τον ανώτερο του και ότι θα επιστρέψη και αυτός και οι στρατιώτες του σώοι στην πατρίδα τους. Ο Κον­τάου, στην αρχή έδειχνε ψυχρός και ασυγκίνητος. Συνο­λικά ο Αγιος τού εμφανίσθηκε τρεις φορές για να τον πείση πως πρόκειται για κάτι το υπερφυσικό και πρέπει να υπακούση.

Το αξιοθαύμαστο είναι ότι ο Αγιος παρουσιάσθηκε και στον Γερμανό στρατηγό στην Τρίπολι. Το πρωί ο Κοντάου εζήτησε τους ιερείς των τεσσάρων ενοριών της πόλεως. Εκείνοι παρουσιάσθηκαν έντρομοι εμπρός του. Που να ήξεραν το τι είχε μεσολαβήσει εκείνη την νύχτα! 

Μαζί τους εγύρισε στις Εκκλησίες των Φι­λιατρών και παρατηρούσε τις εικόνες. Στην τέταρτη Εκ­κλησία, στα Εισόδια της Θεοτόκου, στην επιλεγόμενη «Γουβιώτισσα» βλέποντας μία εικόνα — ένα γέροντα με κάτασπρη γενειάδα, ντυμένο ιερατικά άμφια — ανεφώνησε: «Να! αυτός είναι!» και έπεσε εμπρός του να τον προσκυνήση. Μόλις σηκώθηκε λέει στους έκπληκτους ιερείς: «Σας έσωσε ο Άγιος αυτός, που έσωσε κι' εμένα από βαρύ κρίμα».

Έτσι με την επέμβασι τού πολιούχου η πόλις εγλύτωσε από την φωτιά και την σφαγή. Θαύμα ολοζώντανο και συγκλονιστικό. Οι ψυχές όλων των Χριστιανών βυ­θίσθηκαν σε βαθειά συγκίνησι.

Το 1945 ενώ πια ο πόλεμος είχε λήξει, οι επίσημοι των Φιλιατρών ειδοποιήθηκαν από τον Κοντάου, να τον περιμένουν κι' αυτόν στην πανηγύρι τού Αγίου. Θα ερχό­ταν με την οικογένειά του να ευχαριστήση τον Άγιο που, όπως τού υποσχέθηκε, τον επέστρεψε σώο στην πατρίδα του. Έτυχε μάλιστα λόγω βλάβης τού αυτοκινήτου του και μερικών άλλων εμποδίων να φθάση στις 12 Φεβρουα­ρίου. 

Οι Φιλιατρινοί και όλοι οι κάτοικοι της περιφερείας τού επεφύλαξαν ενθουσιώδη υποδοχή. Προς χάρι του επανέλαβαν την πανηγύρι. Εκείνος ανέβηκε σ' έναν εξώ­στη και μίλησε ελληνικά προς τα πλήθη. Τους είπε μά­λιστα ότι πριν αναχώρηση για την Ελλάδα είδε πάλι στον ύπνο του τον Άγιο Χαράλαμπο και τού είπε: «Σε περιμένω στα Φιλιατρά, όπου έδειξες την πίστι σου. Όλοι θα σε υποδεχθούν με μεγάλη χαρά». Συγκίνησις και ιερός ενθουσιασμός είχε καταλάβει τους πάντες.

Και το τοπικό αγιολόγιο σημειώνει:

«Τη αυτή ημέρα, δεκάτη ενάτη Ιουλίου, μνήμην ποιούμεθα τού εξαισίου θαύματος τού Αγίου ενδόξου Ιερομάρτυρος Χαραλάμ­πους, ος ταίς προς Θεόν πρεσβείαις πολλοί των πολιτών της Εράνης εσώθησαν εκ βεβαίας εις θάνατον καταδίκης υπό των Γερμανικών δυνάμεων κατοχής εν έτει 1944».

Πράγματι, «θαυμαστός ο Θεός εν τοις αγίοις αυτού».

πηγή

Γράμμα από τη Μόροβα

Ο Τάσος Ρηγόπουλος, στρατευμένος στην Αλβανία το 1940, έστειλε από το μέτωπο το παρακάτω γράμμα στον αδελφό του.

«Αδελφέ μου Νίκο.

Σου γράφω από μια αετοφωλιά, τετρακόσια μέτρα ψηλότερη από την κορυφή της Πάρνηθας. Η φύση τριγύρω είναι πάλλευκη. Σκοπός μου όμως δεν είναι να σου περιγράψω τα θέλγητρα μιας χιονισμένης Μόροβας με όλο το άγριο μεγαλείο της. Σκοπός μου είναι να σου μεταδώσω αυτό που έζησα, που το είδα με τα μάτια μου και που φοβάμαι μήπως, ακούγοντάς το από άλλους, δεν το πιστέψεις.

Λίγες στιγμές πριν ορμήσουμε για τα οχυρά της Μόροβας, σε απόσταση καμμιά δεκαριά μέτρων μια ψηλή μαυροφόρα να στέκει ακίνητη.
- Τις ει; Μιλιά...
Ο σκοπός θυμωμένος ξαναφώναξε:
- Τις ει;
Τότε, σαν να μας πέρασε όλους ηλεκτρικό ρεύμα, ψιθυρίσαμε: Η ΠΑΝΑΓΙΑ!

Εκείνη όρμησε εμπρός σαν να είχε φτερά αετού. Ε­μείς από πίσω της. Συνεχώς την αισθανόμασταν να μας μεταγγίζει αντρειοσύνη. Ολόκληρη εβδομάδα παλαίψαμε σκληρά, για να καταλάβουμε τα οχυρά Ιβάν-Μόροβας.

Υπογραμμίζω πως η επίθεσή μας πέτυχε τους Ιτα­λούς στην αλλαγή των μονάδων τους. Τα παλιά τμήμα­τα είχαν τραβηχθεί πίσω και τα καινούργια... κοιμόνταν! Το τι έπαθαν δεν περιγράφεται. Εκείνη ορμούσε πάντα μπροστά. Κι όταν πια νικητές ροβολούσαμε προς την ανυπεράσπιστη Κορυτσά, τότε η Υπέρμαχος έγινε ατμός, νέφος απαλό και χάθηκε».

(κι άλλες) θαυμαστές εμφανίσεις της Παναγίας στον πόλεμο


-----



    κι άλλο προτεινόμενο:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου